Παρά τον καλπάζοντα πληθωρισμό, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας μείωσε τα επιτόκια την περασμένη εβδομάδα στο 9% από 10,5%. Ποιες είναι οι επιπτώσεις για την προσπάθεια του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να επανεκλεγεί του χρόνου; Πώς θα εξελιχθεί η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας;
Το να περιγράψει κανείς τις οικονομικές πολιτικές της Τουρκίας ως μυστηριώδεις δεν είναι ακριβές. Υπάρχει συγκεκριμένη μέθοδος στην τρέλα της, επισημαίνουν οι Financial Times.
Διαβάστε επίσης: Μετά τον Ερντογάν, ποιος; – Τι έχει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα αν ηττηθεί ο «σουλτάνος»
Εκ πρώτης όψεως, οι επανειλημμένες μειώσεις επιτοκίων δεν βγάζουν νόημα σε μια περίοδο που ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 85%, το νόμισμα υποτιμάται και τα αποθεματικά ξένου συναλλάγματος εξαντλούνται. Προσαρμοσμένα για τον πληθωρισμό, τα πραγματικά επιτόκια βρίσκονται τώρα στο δυσθεώρητο επίπεδο του περισσότερο από -75%.
Ωστόσο, όπως εξηγούσε τον Σεπτέμβριο η Laura Pitel, τα επιχειρηματικά στελέχη της Τουρκίας από καιρό βιώνουν ταραχώδεις πολιτικές συνθήκες, υψηλό πληθωρισμό και νομισματικές κρίσεις. Με εφευρετικούς και ανορθόδοξους τρόπους, πολλοί από αυτούς τα βγάζουν πέρα.
Επιπλέον, το επιτόκιο αναφοράς της κεντρικής τράπεζας μπορεί να είναι λιγότερο σημαντικό απ’ όσο φαίνεται. Οι ιδιωτικές τράπεζες βασίζονται σε άλλα επιτόκια, όπως τα επιτόκια καταθέσεων, που κινούνται ανεξάρτητα από το επιτόκιο αναφοράς.
Για αυτούς και άλλους λόγους, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope Ratings περιμένει πως η τουρκική οικονομική ανάπτυξη θα είναι 5,3% φέτος και 3% το 2023 –πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Επιπλέον, το τεράστιο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας σε μεγάλο βαθμό χρηματοδοτείται από τις εισροές κεφαλαίων –περίπου 28 δισ. δολάρια τους πρώτους οκτώ μήνες του τρέχοντος έτους -η προέλευση των οποίων δεν είναι σαφής. Ο υπουργός Οικονομικών Νουρεντίν Νεμπατι λέει πως τα χρήματα είναι νόμιμα και πως μέρος τους αποτελείται από κεφάλαια που επαναπατρίστηκαν από τουρκικές εταιρείες και μεμονωμένα άτομα.
Σε μια σχετική εξέλιξη, την περασμένη εβδομάδα προέκυψε πως η Σαουδική Αραβία ενδέχεται να βοηθήσει την Τουρκία καταθέτοντας 5 δισ. δολάρια στην κεντρική τράπεζα της Τουρκίας. Φαίνεται πως το «πάγωμα» των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας-Τουρκίας που προκλήθηκε από την δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι το 2018 στο Σαουδαραβικό προξενείο στην Κωνσταντινούπολη, έληξε.
Διαβάστε επίσης: «Για πρώτη φορά ανησυχώ με την Τουρκία – Φοβάμαι την περίοδο της ακυβερνησίας»
O φάκελος «εκλογές»
Αν και ο Ερντογάν εμφανίζεται ως υπέρμαχος των χαμηλών επιτοκίων για θρησκευτικούς, αλλά και για οικονομικούς λόγους, ένας από τους σκοπούς που έχει όταν αψηφά τη θεωρία της συμβατικής νομισματικής πολιτικής είναι για να αυξήσει τις πιθανότητές του για επανεκλογή στις προεδρικές εκλογές που πρέπει να διενεργηθούν μέχρι τον επόμενο Ιούνιο.
Στις βουλευτικές εκλογές που θα διενεργηθούν την ίδια περίοδο, ο Ερντογάν ελπίζει να παρατείνει την 20ετή διακυβέρνηση του κόμματός του της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP).
Αυτοί οι υπολογισμοί ευθύνονται για την απότομη αύξηση των προεκλογικών κρατικών δαπανών, συγκεκριμένα για το σχέδιο ύψους 50 δισ. δολαρίων που ο Ερντογάν αποκαλεί «το μεγαλύτερο κοινωνικό οικιστικό project στην ιστορία της τουρκικής δημοκρατίας».
Παρά τις πιέσεις στους απλούς Τούρκους από τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις στις δημοσκοπήσεις πως το όργιο δαπανών της κυβέρνησης μειώνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τις οικονομικές πολιτικές του AKP.
Ωστόσο, η αντιπολίτευση που τάσσεται κατά του Ερντογάν θεωρεί πως έχει ευκαιρίες. Όταν σχημάτισαν συμμαχία για να κατέβουν στις δημοτικές εκλογές πριν από τρία χρόνια, οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης νίκησαν στην Άγκυρα, στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες πόλεις. Ωστόσο, είναι αβέβαιο εάν μπορούν να υποστηρίξουν έναν μόνον υποψήφιο για την προεδρία και να βάλουν στην άκρη διαφορές που είναι τόσο έντονες που ορισμένοι πολιτικοί τις αντιπολίτευσης αρνούνται ακόμα και να πιουν τσάι μαζί.