Κι εκεί που κάθεσαι και χαζολογάς στην τηλεόραση, έρχεται μία εικόνα, από άσχετη «πηγή» μάλιστα, που σε κάνει να συνειδητοποιήσεις και να κατανοήσεις κάποια από τα ακατανόητα που συνθέτουν το παζλ της πραγματικότητας. Μου συνέβη πριν από λίγες μέρες. Επαιζε μια διαφήμιση αντιηλιακού. Το μοντέλο – ένα πανέμορφο κορίτσι – είχε από δύο λευκές πινελιές σε κάθε μάγουλο που την έκαναν να μοιάζει με πολεμιστή των Απάτσι. Στο τελευταίο πλάνο κοίταζε τον φακό με βλέμμα οχέντρας. Τέτοιο θυμό και μίσος σε τόσο νεανικά μάτια, ούτε στην Γκρέτα (λέμε τώρα) δεν έχω δει. Κάνω ζάπινγκ, πέφτω σε άλλη διαφήμιση. Μπίρας αυτήν τη φορά.
Εδώ κι αν βροντάει ο Ολυμπος κι αν αστράφτει η Γκιώνα. Οπου Ολυμπος ένα αγόρι που με κοιτάει σαν να με φτύνει από την οθόνη, απλώς, λόγω απόστασης, δεν με φτάνει η ροχάλα του. Και Γκιώνα, ένα ευτραφές κορίτσι με κοτσιδάκια που θα μπορούσε να ήταν συμπαθέστατο αλλά το βλέμμα του είναι σαν να μου λέει «Στο επόμενο πλάνο θα σε φάω» – για να θυμηθούμε και τη γνωστή τραγουδίστρια.
Ο θυμός και το μίσος χαρακτηρίζει τον πολιτικό λόγο (κυρίως των πολιτών) και όχι μόνο στη χώρα μας. Οι άνθρωποι δεν μιλάνε για τις ιδέες τους. Βρίζουν. Ή, σε πιο λάιτ εκδοχή, επικοινωνούν τον αποτροπιασμό τους και, μάλιστα, με έναν τρόπο εντελώς αγοραίο. Πόσο τυχαίο είναι ότι στα emoticon του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν τόσοι πολλοί εμετοί και σκατουλίτσες; Ανά περιόδους μάλιστα, βλέπε Αγανακτισμένους και άνω – κάτω πλατείες, η επένδυση στο μίσος αποτέλεσε πολιτικό κεφάλαιο με «κέρδη πολλά, σίγουρα λεφτά και εισόδημα μεγάλο». Φτάσαμε στο σημείο, ανασύροντας και ξεσκονίζοντας και κάποια ξεπερασμένα στερεότυπα, να θεωρείται αυτονόητο το ότι ο θυμωμένος, αυτός που μισεί και, κυρίως, εκφράζει έντονα το μίσος του, είναι κι αυτός που έχει δίκιο. Οπως εκείνες οι φεμινίστριες που απηύθυναν συνολικά στο ανδρικό φύλο, το «Ο βιαστής είσαι εσύ». Ακόμη και η αγάπη για τον διπλανό σου δεν εκφράζεται ως τέτοια αλλά ως μίσος για τον απέναντι.
Δεν νομίζω ότι είναι θέμα πολιτικής ιδεολογίας. Είναι περισσότερο υπόθεση μίας κουλτούρας που καλλιεργήθηκε από πολλές και σε πολλές συνιστώσες. Από τον κινηματογράφο έως τις πόζες των μοντέλων. Το είδαμε και σε ριάλιτι μόδας. Για να δείχνεις σέξι πρέπει να βγάζεις θυμό. Να είσαι μουτρού. Εκείνα τα «say cheese» (ή «σουτιέν» στα Ελληνικά) για να κάτσει το χαμόγελο, τα έχουμε ξεχάσει. Θυμώστε κορίτσια, μισήστε αδελφές μου. Ετσι βγαίνει το καλό, το σωστό, το ινσταγκραμικό duck face. Αυτή είναι η μόδα. Μόδα όπως το μίνι ή οι φλούο αποχρώσεις.
Οι μόδες όμως περνάνε, κάνουν τους κύκλους τους. Το ότι δεν είναι παντοτινές δίνει υπεραξία στον σύντομο βίο τους. Κι αυτή η μόδα του θυμού – και στις διαφημίσεις και στις πόζες και στον πολιτικό λόγο – έχω την αίσθηση ότι πνέει τα λοίσθια. Τα θυμωμένα μουτράκια είναι πλέον το αναμενόμενο κι αυτό είναι ο θάνατος της μόδας. Εξάλλου κράτησε πολύ. Τόσο που δίνει τη θέση της σε μια καινούργια. Τη συγκροτούν αυτοί που θύμωσαν με τον περιρρέοντα θυμό. Οι οποίοι όμως εκφράζονται με μεγάλη ηρεμία.