Ύστατες προσπάθειες καταβάλουν οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικανοί προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία για αύξηση του ορίου του χρέους των ΗΠΑ κι ενώ πλέον ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά. Υπενθυμίζεται ότι η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, έχει ορίσει ως ημερομηνία σταθμό την 1η Ιουνίου, καθώς όταν εκπνεύσει η ημερομηνία αυτή οι ΗΠΑ δεν θα μπορούν να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις.
Την ίδια ώρα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο απευθύνει έκκληση προς τις δύο πλευρές, προειδοποιώντας ότι οι καθυστερήσεις που παρατηρούνται στις έως τώρα διαπραγματεύσεις μπορεί να δημιουργήσουν μη αναστρέψιμους συστημικούς κινδύνους.
Σύμφωνα με το διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, υφίστανται ακόμη διαφωνίες μεταξύ των δύο μερών (οι διαπραγματευτές των δύο κομμάτων πραγματοποιούν διαδικτυακή συνάντηση), σε θέματα όπως οι εργασιακές προϋποθέσεις για κάποια επιδόματα που αφορούν τους Αμερικανούς με χαμηλά εισοδήματα.
Ενώ στην έναρξη των σημερινών συνομιλιών υπήρχε μία αύρα αισιοδοξίας για συναίνεση, εντούτοις αυτό που διαρρέει από τους κύκλους του Κογκρέσου είναι ότι είναι πολύ πιθανό το ενδεχόμενο οι διαβουλεύσεις να συνεχισθούν και στη διάρκεια του επερχόμενου Σαββατοκύριακου.
Εκείνο στο οποίο φαίνεται να συναινούν Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί, είναι ότι πρέπει να καταλήξουν σε συμφωνία, καθώς αν δεν υπάρξει συμφωνία, τότε οι ΗΠΑ θα αναγκασθούν σε στάση πληρωμών, κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ στο παρελθόν.
«Ξέρουμε ότι έχει έρθει η ώρα της κρίσης», ανέφερε ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι σε δημοσιογράφους στο Καπιτώλιο σήμερα Παρασκευή. «Δεν προσπαθούμε απλώς να επιτύχουμε μια συμφωνία, προσπαθούμε να πετύχουμε κάτι που να είναι αντάξιο του αμερικανικού λαού, που αλλάζει την τροχιά».
Από τη μεριά του ο επικεφαλής της ομάδας διαπραγμάτευσης των Ρεπουμπλικανών Γκάρετ Γκρέιβς, δήλωσε πως «έχουμε σημειώσει πρόοδο. Όπως είπα πριν από δύο ημέρες, είχαμε κάποια πρόοδο σε ορισμένα βασικά ζητήματα, αλλά θέλω να είμαι σαφής, ότι συνεχίζουμε να έχουμε μεγάλα ζητήματα και δεν έχουμε γεφυρώσει το χάσμα ως προς σε βασικές απαιτήσεις που αφορούν τα εργασιακά».
Η Wall Street
Στους επενδυτικούς κύκλους πάντως επικρατεί αισιοδοξία και αυτή η αισιοδοξία είναι έκδηλη στο αμερικανικό χρηματιστήριο στη σημερινή συνεδρίαση που ολοκληρώνει την τρέχουσα εβδομάδα.
Περί τις 21:30 ώρα Ελλάδος, ο Dow Jones καταβάλει προσπάθειες να υπερβεί το +1%, ο S&P 500 προσεγγίζει το +1,30%, με τον τεχνολογικό Nasdaq να έχει υπερπηδήσει το +2% (2,11%).
ΔΝΤ: Καλεί τις ΗΠΑ να αυξήσουν ή να αναστείλουν το όριο του χρέους
Το ΔΝΤ προέτρεψε τις ΗΠΑ να αυξήσουν αμέσως ή να αναστείλουν το όριο χρέους τους, λέγοντας ότι καθυστερήσεις που παρατηρούνται στις έως τώρα διαπραγματεύσεις μπορεί να δημιουργήσουν μη αναστρέψιμους συστημικούς κινδύνους.
«Η αυθαιρεσία πάνω από το ανώτατο όριο του ομοσπονδιακού χρέους θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν περαιτέρω, εντελώς αναπόφευκτο συστημικό κίνδυνο τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για την παγκόσμια οικονομία σε μια εποχή που υπάρχουν ήδη ορατές πιέσεις», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το ΔΝΤ την Παρασκευή.
ΗΠΑ: Θέμα χρόνου η συμφωνία για την αύξηση του ορίου χρέους
«Για να αποφευχθεί η επιδείνωση των καθοδικών κινδύνων, το ανώτατο όριο του χρέους θα πρέπει να αυξηθεί αμέσως ή να ανασταλεί από το Κογκρέσο», υπογραμμίζει ο διεθνής οργανισμός στην αξιολόγησή του για τις οικονομικές και χρηματοοικονομικές εξελίξεις των χωρών μετά από συναντήσεις με νομοθέτες και δημόσιους αξιωματούχους.
Τα επίμαχα σημεία
Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί μπήκαν σε μια λογική του «δούναι και λαβείν».
Η κυβέρνηση ήθελε αύξηση του ορίου χρέους, η αντιπολίτευση είχε ξεκαθαρίσει τη θέση της ότι θα συναινέσει μόνο σε περίπτωση που περιορισθούν οι κυβερνητικές δαπάνες.
Ένα θέμα το οποίο αναδείχθηκε εκ των κυριοτέρων στις διαπραγματεύσεις, ήταν η μείωση της ενίσχυσης ύψους 80 δισ. δολαρίων των αμερικανικών φορολογικών αρχών, κεφάλαια τα οποία είχε εγκρίνει το Κογκρέσο προκειμένου η αμερικανική εφορία να εκσυγχρονίσει την τεχνολογία της και ενισχύσει το ελεγκτικό της έργο.
Η κυβέρνηση υποστήριζε ότι τα κεφάλαια ήταν απαραίτητα προκειμένου να κλείσει ένας δεκαετής κύκλος φθοράς των φορολογικών αρχών. Οι Ρεπουμπλικάνοι διατείνονταν ότι τα χρήματα αυτά το μόνο που θα έκαναν ήταν να ενταθούν οι έλεγχοι στους μικρομεσαίους πολίτες και επιχειρηματίες, επιβαρύνοντας τα εισοδήματά τους.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, σε πρώτη φάση έχει συμφωνηθεί τα 80 δισ. δολάρια να μειωθούν κατά 10 δισ. δολάρια.
Οι συνομιλίες για τον καθορισμό του ύψους των δαπανών αφορούσε επίσης τον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτούνται οι αμυντικές δαπάνες, τα επιδόματα των βετεράνων και τα μη αμυντικά προγράμματα, όπως η προσχολική εκπαίδευση και η έρευνα για τον καρκίνο.
Η επερχόμενη συμφωνία θα αυξήσει τη χρηματοδότηση σε κάποιες δαπάνες στους στρατιωτικούς και στους βετεράνους, ενώ ουσιαστικά θα κρατήσει τις μη απαραίτητες δαπάνες στα επίπεδα του τρέχοντος έτους.
Πηγή: Ot.gr