Δέκα χρόνια συμπληρώνονται σε λίγους μήνες από τότε που η Δικαιοσύνη, με βάση την ασκηθείσα ποινική δίωξη, αντιμετώπισε τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν η εμβληματική εγκληματική ενέργεια που οδήγησε στην αφύπνιση των Αρχών και εντέλει, με τη σφραγίδα της Δικαιοσύνης, σύσσωμη την τότε κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Με βάση την ομόφωνη, ιστορική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας, κρίθηκε επί της ουσίας ότι κάτω από τον μανδύα του κόμματος της Χρυσής Αυγής λειτουργούσε η εγκληματική οργάνωση, για την οποία μάλιστα οι καταδικασθέντες ως διευθυντές αυτής οδηγήθηκαν στη φυλακή εκτίνοντας τις πολυετείς ποινές κάθειρξης που τους επιβλήθηκαν.
Δέκα χρόνια μετά το «ξήλωμα» της οργάνωσης, παρά το γεγονός ότι στις τελευταίες εκλογές, το 2019, ο ελληνικός λαός με την ψήφο του «καταδίκασε» τους υποψηφίους της Χρυσής Αυγής αφήνοντάς τους εκτός Κοινοβουλίου, και ενώ έχουν συμπληρωθεί δυόμισι χρόνια από την καταδίκη της ως εγκληματικής οργάνωσης, το «φάντασμά» της εξακολουθεί να πλανάται πάνω από το πολιτικό σύστημα, καθώς δημοσκοπικά καταγράφεται μια δυναμική στο αποκαλούμενο «κόμμα Κασιδιάρη», που επιδιώκει να εμφανιστεί στις επικείμενες εκλογές υπό τον προσφάτως εκλεγμένο πρόεδρό του, πρώην αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστάσιο Κανελλόπουλο.
Σε δεύτερο βαθμό
Και ενώ η δίκη για τη Χρυσή Αυγή βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, εδώ και περίπου έναν χρόνο, σε δεύτερο βαθμό ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου της Αθήνας, τα βλέμματα της κοινωνίας είναι στραμμένα στους δικαστές του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, τα μέλη του οποίου για πρώτη φορά, με βάση και τις τελευταίες νομοθετικές ρυθμίσεις, θα κληθούν μέσα στο πρώτο πενθήμερο του Μαΐου να συνεδριάσουν εν ολομελεία και να αποφασίσουν για τη συμμετοχή ή μη του λεγόμενου «κόμματος Κασιδιάρη» στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές.
Η τελευταία νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης, που αναθέτει στην Ολομέλεια του Τμήματος και όχι σε πέντε ανώτατους δικαστές, όπως συνέβαινε μέχρι πρόσφατα, την κρίσιμη δικαστική απόφαση, οδήγησε, όπως είναι γνωστό, στην έξοδο από το δικαστικό σώμα τον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Χρήστο Τζανερρίκο, ο οποίος με δημόσια δήλωσή του κατέγραψε τη διαφωνία του και προχώρησε σε μια σειρά από αποκαλύψεις που προκάλεσαν έντονες αναταράξεις στη Δικαιοσύνη και την κεντρική πολιτική σκηνή με φόντο το «κόμμα Κασιδιάρη».
Η αλήθεια είναι πως όταν πριν από περίπου δέκα χρόνια, μετά το έγκλημα εις βάρος του Παύλου Φύσσα, με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Προστασίας του Πολίτη Νίκου Δένδια, συνενώθηκαν μια σειρά από εκκρεμείς δικογραφίες με το ίδιο modus operandi και η Δικαιοσύνη, με παραγγελία της τότε εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη, άνοιγε τον «προβολέα» της αναζητώντας στοιχεία για τη δράση της Χρυσής Αυγής, μόνο οι «μυημένοι» στον χώρο των δικαστηρίων μπορούσαν να προβλέψουν την τόσο μεγάλη διάρκεια των διαδικασιών που ακολούθησαν.
Ελλειψη κατάλληλης αίθουσας
Εκτός από το γεγονός της πολύπλευρης δραστηριότητας της Χρυσής Αυγής, που χαρακτηρίστηκε από τις δικαστικές Αρχές ως «εγκληματική» και τέθηκε υπό διερεύνηση, οι αντικειμενικοί παράγοντες που συνετέλεσαν στην καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της υπόθεσης ήταν η έλλειψη κατάλληλης αίθουσας για μια τέτοια πολυπρόσωπη δίκη, που να είναι διαθέσιμη σε καθημερινή βάση ώστε να προχωρήσει απρόσκοπτα η διαδικασία. Αξίζει να σημειωθεί ότι και στον δεύτερο βαθμό κρίσης, οι δικαστές του Πενταμελούς Εφετείου της Αθήνας «μοιράζονται» τη μία και μοναδική κατάλληλη αίθουσα – την επονομαζόμενη «αίθουσα Τελετών του Εφετείου Αθηνών» – εναλλάξ με τους δικαστές του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου οι οποίοι δικάζουν την υπόθεση για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
Δεύτερο ζήτημα που συντελεί στην καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της ποινικής διαδικασίας είναι το γεγονός ότι τα μέλη της σύνθεσης, τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό, δεν είναι αποκλειστικής απασχόλησης, γεγονός που σημαίνει ότι πολλές ημέρες ανά μήνα δεν είναι δυνατόν να συνεδριάζει το δικαστήριο, γιατί κάποιο από τα μέλη του έχει κληρωθεί σε άλλη υπηρεσιακή απασχόληση.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να πλησιάζουμε σε άλλη μια εκλογική αναμέτρηση χωρίς την αμετάκλητη κρίση της Δικαιοσύνης για τον χαρακτηρισμό της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης ή όχι. Η ύπαρξη μιας τέτοιας αμετάκλητης απόφασης θα αποτελούσε και την καλύτερη απάντηση στο ερώτημα αν πρέπει το μόρφωμα αυτό να έχει τη δυνατότητα συμμετοχής στις εκλογές υπό οποιονδήποτε μανδύα και αν εμφανιστεί.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ