Τον «κώδωνα» του κινδύνου για ένα νέο ατύχημα ακόμα και 36 ημέρες μετά την τρομακτική νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου που βύθισε τη χώρα στο πένθος με το δυστύχημα στα Τέμπη, κρούουν ειδικοί καθώς μπορεί τα τρένα να επέστρεψαν στις ράγες, ωστόσο τα προβλήματα στο σιδηροδρομικό δίκτυο παραμένουν.
Μπορεί τα δρομολόγια των τρένων να έχουν ξεκινήσει και πάλι, όμως αυτό δε σημαίνει όμως ότι λύθηκαν όλα τα διαχρονικά προβλήματα που ταλανίζουν το σιδηροδρομικό δίκτυο, το οποίο χαρακτηρίζεται ως απαρχαιωμένο και παλιό.
Ακόμη και σήμερα, 36 ημέρες μετά την τραγωδία, οι ειδικοί εξακολουθούν να χτυπούν καμπανάκια και για άλλο ατύχημα και σημειώνουν πως ακόμα κι η τηλεδιοίκηση δεν θα έλυνε ως δια μαγείας το πρόβλημα.
«Πρέπει να κοιτάξουμε την υποδομή»
«Σίγουρα περίμενα και περιμένω να γίνει ένα ατύχημα που να οφείλεται στην απαρχαιωμένη κι απαξιωμένη υποδομή που έχουμε. Δηλαδή δεν αρκεί μόνο η 717. Πρέπει να κοιτάξουμε την υποδομή», λέει η επίκουρη καθηγήτρια στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών, Ζωή Χριστοφόρου.
Η ίδια, μέσα από την ανοιχτή συζήτηση της «ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ» κρούει των κώδωνα του κινδύνου για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται εδώ και χρόνια το σιδηροδρομικό δίκτυο.
«Ακόμη κι αν είχαμε την τηλεδιοίκηση, θα πρέπει να είχαμε και προσωπικό που να ξέρει να τη χρησιμοποιεί και να τη χρησιμοποιεί και σε κανονικές συνθήκες αλλά και σε περιπτώσεις που για κάποιον λόγο υπάρχει κάποια βλάβη σε αυτήν».
Αυτό ακριβώς δηλαδή που όπως φάνηκε από την πρώτη στιγμή, ήταν από τους βασικούς λόγους που οδήγησαν στην τραγωδία των Τεμπών. Η απειρία του σταθμάρχη Λάρισας, ο οποίος, όπως κατήγγειλε ο τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Σπίρτζης και όπως αποκάλυψε το in είχε κάνει ξανά αίτηση για μετάταξη στο σταθμαρχείο μέσω της κινητικότητας το 2020, αλλά ο ΟΣΕ τον είχε απορρίψει.
Τα τρένα μπορεί να ξεκίνησαν και πάλι τα δρομολόγια, όμως ακόμη πρέπει να γίνουν πολλά για να φτάσουμε σε αξιοπιστία τις προηγμένες σιδηροδρομικά χώρες και κυρίως για να μην θρηνήσουμε άλλα θύματα.