Υπάρχουν πάρα πολλά βέτο στον τρόπο λειτουργίας της ΕΕ και ατελείωτες διαπραγματεύσεις, ενώ η Ευρώπη χρειάζεται να λαμβάνει πιο τολμηρές αποφάσεις πιο γρήγορα, τονίζει ο ευρωβουλευτής Γκι Φέρχοφστατ στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ».
Ο βέλγος πολιτικός, γνωστός για τις ευθείες τοποθετήσεις του, μιλά για το Qatargate, τις υποκλοπές στην Ελλάδα, τις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές, ενώ για τον ουκρανικό πόλεμο δηλώνει ότι διαπραγματεύσεις θα ξεκινήσουν μόνο αφού ο Πούτιν αναγνωρίσει την ήττα του.
Είχατε συναντήσει ως πρωθυπουργός του Βελγίου τον Πούτιν. Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ή τι θα μπορούσε να τον φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων; Βλέπετε πιθανότητες λύσης, όπως ζητούν κάποιες φωνές στην Ευρώπη;
Είδα τον Πούτιν να αλλάζει από την προηγούμενή του εκδοχή, ο οποίος έδειχνε να έχει πιο φιλελεύθερες φιλοδοξίες ή τουλάχιστον αξιώσεις, στα πρώτα σημάδια του αγεφύρωτου αυταρχισμού που βλέπουμε σήμερα. Τον συνάντησα πολλές φορές όταν ήμουν πρωθυπουργός, ήμουν καλεσμένος ακόμη και στην ντάτσα του, όπου μου έδειξε τα άλογά του και το αγαπημένο του πόνι. Μέχρι τη στιγμή που ρώτησα για τη δολοφονία της δημοσιογράφου Αννας Πολιτκόφσκαγια. Ξαφνικά η ατμόσφαιρα άλλαξε και η συζήτηση έληξε.
Ο άνθρωπος αυτός είναι πέρα από το να μιλήσει κανείς μαζί του, πόσω μάλλον να διαπραγματευτεί μια διαρκή και δίκαιη ειρήνη μαζί του. Προκαλώ οποιονδήποτε να δει τι πραγματικά συμβαίνει στην Ουκρανία, την καθαρή γενοκτόνο βία. Ημουν στην Μπούτσα στις αρχές του πολέμου και με ρωτάτε τι θα φέρουν οι διαπραγματεύσεις;
Περισσότερο χρόνο για περισσότερη ρωσική βία. Οχι, οι συνομιλίες θα ξεκινήσουν μόνο αφού ο Πούτιν έχει για τα καλά και αληθινά αναγνωρίσει την ήττα του. Στην πραγματικότητα χάνει τον πόλεμο στην Ουκρανία από την αρχή. Είτε ο πόλεμος θα τελείωνε γρήγορα είτε δεν θα τελείωνε με νίκη για τον Πούτιν. Εκεί βρισκόμαστε σήμερα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα δεν μπορούν να γίνουν πολύ χειρότερα για τον ουκρανικό λαό και για τον κόσμο.
Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν είναι τόσο επίπονες όσο αναμενόταν και υπάρχει καταστρατήγησή τους. Τι λάθος έκανε η ΕΕ;
Πρόκειται για οδυνηρή πραγματικότητα. Η ρωσική οικονομία παλεύει, ο προϋπολογισμός καταρρέει, οι απειλές Πούτιν προς τους ολιγάρχες και γενικά τον λαό του δείχνουν ότι είναι παρανοϊκός και απελπισμένος για την εσωτερική δυναμική της χώρας. Αυτό ακριβώς που είχαμε κάθε ευκαιρία να στοχεύσουμε μέσω οικονομικών και προσωπικών κυρώσεων ή κυρώσεων «Magnitsky».
Τι μαθήματα πρέπει να αντληθούν;
Δεν έπρεπε να δοκιμάσουμε τη στρατηγική των αυξητικών κυρώσεων, αλλά να αυξήσουμε αμέσως την πίεση. Αυτό θα πονούσε. Και το πιο δομικό δίδαγμα είναι προφανές. Υπάρχουν πάρα πολλοί παράγοντες και πάρα πολλά βέτο στον τρόπο λειτουργίας της ΕΕ.
Ατελείωτες διαπραγματεύσεις με έμφαση περισσότερο σε εκείνους που διαφωνούν είτε για δικούς τους οικονομικούς λόγους επί πολιτικών διαφορών είτε, όπως στην περίπτωση Ορμπαν, για γεωπολιτική στάση, παρά για το τι πρέπει να γίνει για την προστασία της Ευρώπης.
Αυτό είναι ανέφικτο. Μια αποτελεσματική ΕΕ πρέπει να λαμβάνει πιο τολμηρές αποφάσεις πιο γρήγορα. Πρέπει να ξέρουμε ποιος είναι στη θέση του οδηγού.
Τι θα μπορούσε να υπάρξει πιθανώς ως εγγυήσεις προς τις μικρότερες χώρες για να προχωρήσει η ειδική πλειοψηφία στην εξωτερική πολιτική;
Μπορεί να βρεθούν τρόποι να αντιμετωπιστούν θεμιτές ερωτήσεις σχετικά με τον τερματισμό της ομοφωνίας, έτσι ώστε οι μικρές χώρες να μη βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Αλλά μη συγχέετε τα επιχειρήματα με τις δικαιολογίες. Ολοι γνωρίζουν ότι η ομοφωνία καθιστά αδύνατο για την ΕΕ να κόψει τους δεσμούς σε ορισμένους τομείς, όπως στην εξωτερική πολιτική και τη μετανάστευση, όπου χρησιμοποιούμε ομοφωνία όταν δεν υπάρχει καν στους κανόνες. Είναι ένα πολιτικό ζήτημα αρχής, εάν το Συμβούλιο λαμβάνει σοβαρά υπόψη το ζήτημα. Μετά από έναν χρόνο πολέμου γύρω από όλα όσα πρεσβεύει η ΕΕ, είναι καιρός να το λάβουμε σοβαρά υπόψη.
Το Qatargate έχει μόνιμες συνέπειες στην εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων στην ΕΕ και πώς θα μπορούσε να ανακτηθεί ενόψει των ευρωπαϊκών εκλογών;
Στις εκλογές, δεν είμαι τόσο σίγουρος. Αλλά θα έχει και θα πρέπει να έχει μόνιμες συνέπειες στη διαφάνεια και τη δεοντολογία εντός της ΕΕ. Το όλο θέμα είναι τόσο οδυνηρό, διότι η ΕΕ, γενικά, συγκεντρώνει ιστορικά δυσπιστία και ως εκ τούτου έχει αυστηρότερους κανόνες δεοντολογίας από τα περισσότερα κοινοβούλια και κυβερνήσεις των κρατών – μελών.
Δεν μπορείτε να σταματήσετε τους ανθρώπους να παρακάμπτουν σκόπιμα τους κανόνες μέσω της κατάφωρης διαφθοράς, αλλά το γεγονός ότι το έκαναν ενισχύει μια εκδοχή κινουμένων σχεδίων της ευρωπαϊκής πολιτικής. Νομίζω ότι οι άνθρωποι είναι ειλικρινά σοκαρισμένοι. Εργαζόμαστε λοιπόν για να ενισχύσουμε τους κανόνες, όχι μόνο τις δικές μας διαδικασίες δεοντολογίας αλλά και εκείνες της Επιτροπής και του Συμβουλίου.
Συζητήθηκε πρόσφατα στο Ευρωκοινοβούλιο το κράτος δικαίου στην Ελλάδα, όπου οι υποκλοπές και η χρήση του λογισμικού κατασκοπείας Predator βρέθηκαν ψηλά στην πολιτική ατζέντα. Πώς πρέπει να αντιδράσει η ΕΕ;
Σχεδόν όλες οι χώρες χρησιμοποιούν λογισμικό του ενός ή του άλλου είδους. Το πρόβλημα είναι ότι πολύ λίγες από αυτές, εάν υπάρχει έστω μία, έχουν ισχυρούς δικαστικούς ελέγχους για τη χρήση αυτής της πολύ ισχυρής ικανότητας. Σε μια δημοκρατία, η εξουσία έχει όρια και οι άνθρωποι που έχουν την εξουσία μπορούν να λογοδοτήσουν. Η απουσία αυτών απειλεί δυνητικά τα πιο στοιχειώδη ζητήματα των δημοκρατικών αξιών της Ευρώπης.
Λαμβάνουμε αναφορές τώρα ότι αυτοί οι φόβοι γίνονται πραγματικότητα, καθώς ένας αριθμός χωρών φαίνεται να κάνουν ενεργή κατάχρηση spyware. Χρειαζόμαστε λοιπόν προφανώς κανόνες σε επίπεδο ΕΕ για τη χρήση spyware και αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου. Αλλά πρώτα χρειαζόμαστε όλες τις χώρες και τις κυβερνήσεις να υποστηρίξουν ενεργά και πλήρως την έρευνα. Αυτό μέχρι στιγμής δεν έχει συμβεί.
Στις προηγούμενες ευρωεκλογές είχαμε το σύστημα Spitzenkandidaten. Ποιο θα ήταν το καλύτερο για τις εκλογές του 2024;
Στις τελευταίες εκλογές είχαμε την υψηλότερη προσέλευση εδώ και τρεις δεκαετίες. Αλλά οι άνθρωποι θέλουν πραγματική επιλογή, θέλουν η ψήφος τους να έχει τον μέγιστο δυνατό αντίκτυπο όπου έχει πραγματικά σημασία. Είναι αυτονόητο ότι ο δεσμός μεταξύ των εκλογών και της ηγεσίας της Επιτροπής πρέπει να ενισχυθεί. Δεν πρέπει κανείς να τους ξεγελά.
Ενα σύστημα Spitzenkandidat υπονοεί ότι όλοι μπορούν να ψηφίσουν για τον εν λόγω άνδρα ή γυναίκα, όχι όπως κάναμε τις προηγούμενες εκλογές. Χρειαζόμαστε διακρατικούς καταλόγους, όπου οι Spitzen μπορούν να κάνουν εκστρατεία και να πείσουν τους ανθρώπους σε ολόκληρη την ΕΕ και να έχουν τη νομιμότητα να ενισχύσουν το σύστημα διακυβέρνησης της Ευρώπης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ