Η χώρα έχει εισέλθει σε μια μακρά περίοδο βαθιάς εσωστρέφειας. Η διαχείριση των επιπτώσεων του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη και η διεξαγωγή των εκλογών αναμένεται να μας κρατήσουν μακριά από τον έξω κόσμο για σημαντικό διάστημα.
Το πρόβλημα για την οικονομία είναι ότι οι εξελίξεις στον «έξω κόσμο» θα συνεχίσουν να «τρέχουν». Το πιθανότερο είναι ότι όταν θα αρχίσουμε να πατάμε στα πόδια μας και να σηκώνουμε κεφάλι, κοιτώντας έξω από τα σύνορά μας, θα συνειδητοποιήσουμε ότι το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχει εκτοξευτεί από το 2,5% που είναι σήμερα σε επίπεδα άνω του 4%. Τόσο εκτιμάται ότι ενδέχεται να ανέβει έως τον Σεπτέμβριο.
Αυτά τα επίπεδα θα είναι πολύ παραπάνω από ό,τι περιμέναμε πριν από 6 μήνες ή έναν χρόνο ότι θα φτάσουν. Μια τέτοια εξέλιξη οδηγεί ωστόσο σε δραστική αλλαγή κάθε υπολογισμού στην ελληνική οικονομία. Πέραν των προβλημάτων στο κόστος των υφιστάμενων δανείων, τινάζεται στον αέρα κάθε επενδυτικός σχεδιασμός που υπήρχε στη χώρα σε μια περίοδο που βασίζονται όλες οι προβλέψεις για υψηλό ρυθμό ανάπτυξης στις επενδύσεις.
Μιλώντας στο podcast ΒΑΒΕΛ του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» (ot.gr) ο επικεφαλής οικονομικής ανάλυσης της Τράπεζας Πειραιώς Ηλίας Λεκκός παρατηρεί αυτόν ακριβώς τον κίνδυνο. Οτι τα υψηλά επιτόκια θα έχουν αρνητική επίπτωση σε όλη την ευρωζώνη, αλλά και στην Ελλάδα. Ενδεχομένως πιο μεγάλη από αυτήν που εκτιμούσαμε.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι τα υψηλά επιτόκια θα δράσουν αρνητικά με μια χρονική υστέρηση μεταξύ 12 και 16 μηνών. Θα «σκάσει» δηλαδή το πρόβλημα με ένταση προς τα τέλη του τρέχοντος έτους και στις αρχές του επόμενου, στο πρώτο και στο δεύτερο τρίμηνο του 2024. Στον πρώτο χρόνο της νέας κυβέρνησης. Χονδρικά οι πρώτες επιπτώσεις, κυρίως στην οικονομική ανάπτυξη, θα φανούν στις αρχές του φθινοπώρου, τη στιγμή ακριβώς που στη χώρα θα έχει σχηματιστεί νέα κυβέρνηση και θα αναζητεί να πιάσει το νήμα οικονομικής προοπτικής της χώρας.
Ο Ηλίας Λεκκός θεωρεί μοιραία τη ματαίωση ή την αναβολή επενδύσεων λόγω της ραγδαίας αύξησης του κόστους του χρήματος. Το γεγονός ότι χρονικά συνδέεται με την κορύφωση των επενδυτικών προγραμμάτων του Ταμείου Ανάκαμψης κάνει μεγαλύτερο το πρόβλημα, δεδομένου ότι στην υλοποίησή του βασίζεται σε σημαντικό βαθμό ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης της χώρας έως το 2027. Εως δηλαδή τον «βιολογικό» χρόνο θητείας της επόμενης κυβέρνησης. Ακόμα και τα επιδοτούμενα, προνομιακά επιτόκια που προσφέρουν οι επιστρεπτέες δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, εκτιμά ο κ. Λεκκός, δεν θα μπορέσουν να ανατρέψουν τη ζημιά.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του αθέατου κινδύνου των υψηλών επιτοκίων που απειλεί την ελληνική οικονομία, το 2021 και το 2022 οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που καταγράφηκαν οφείλονταν στην εγχώρια κατανάλωση και στις καλές τουριστικές επιδόσεις. Πλέον και τα δύο δείχνουν να στερεύουν. Οσο καλά και να πάνε, δύσκολα θα κάνουν τη διαφορά αυτά τα δύο μεγέθη το 2023 και το 2024. Αυτό που περιμέναμε να κάνει τη διαφορά ήταν οι επενδύσεις και πολλές από αυτές είναι πιθανόν να γίνουν μέσα στο τρέχον έτος ασύμφορες.