Παγκόσμιο πρόβλημα υγείας που μας επηρεάζει όλους είναι η παχυσαρκία, ενήλικες και μη. Η αυξητική της πορεία στους ενήλικες και η έκρηξή της στα παιδιά σε κάθε ήπειρο είναι τέτοια, που μέχρι στιγμής, καμία χώρα δεν έχει πιθανότητες να επιτύχει τους στόχους της για την παχυσαρκία για το 2025.
Σχεδόν ένας στους έξι ενήλικες παγκοσμίως, δηλαδή 800 εκατομμύρια, είναι ήδη παχύσαρκοι και πολλά ακόμη εκατομμύρια βρίσκονται σε κίνδυνο από μια νόσο με βαθιές ρίζες, καθώς τα άτομα με παχυσαρκία έχουν διπλάσιες πιθανότητες να νοσηλευτούν εάν βγουν θετικοί στον Covid-19.
Οι ιατρικές συνέπειες της παχυσαρκίας θα κοστίσουν πάνω από 1 τρις. δολ. ως το 2025, ενώ η παιδική παχυσαρκία αναμένεται να αυξηθεί κατά 60% την επόμενη οκταετία, φτάνοντας τα 250 εκατ. παιδιά ως το 2030.
Τα παραπάνω τόνισε ο πρόεδρος της της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης της Παχυσαρκίας, του Μεταβολισμού και των Διαταραχών Διατροφής (ΕΠΑΜΕΔΙ) Δρ Γεώργιος Πανοτόπουλος με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας την Παρασκευή 4 Μαρτίου.
Ο κ. Πανοτόπουλος επεσήμανε ότι τις προηγούμενες Παγκόσμιες Ημέρες Παχυσαρκίας, όλες οι εταιρείες-μέλη της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Παχυσαρκίας κινητοποίησαν ανθρώπους από όλο τον κόσμο για να αναγνωρίσουν τις βαθύτερες αιτίες της παχυσαρκίας, να αυξήσουν τη γνώση της νόσου και να προβάλουν τις φωνές των ανθρώπων με παχυσαρκία που βιώνουν καθημερινά προβλήματα. Φέτος το μήνυμα είναι «Αλλάζοντας τις προοπτικές: Ας μιλήσουμε για την Παχυσαρκία».
Τώρα, δεν αποτελεί μόνο πρόβλημα για τις ανεπτυγμένες χώρες. Αντίθετα εξαπλώνεται σε κάθε ήπειρο ακόμη και στη Νότια Ασία και στην Αφρική.
Φιλοδοξίες
Φέτος, οι φιλοδοξίες μας είναι υψηλότερες από ποτέ. Ποτέ πριν δεν υπήρξε τέτοια κατανόηση των βασικών αιτιών της παχυσαρκίας και τώρα είναι καιρός να μετατρέψουμε αυτή τη γνώση σε πράξη.
Ο καθένας έχει το ρόλο του να παίξει.
Σε τοπικό επίπεδο, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα συστήματα υγείας, τα σχολεία και οι υπεύθυνοι στην εργασία έχουν τα εφόδια για να μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης και τις επιπτώσεις της παχυσαρκίας.
Σε εθνικό επίπεδο, τα θεσμικά όργανα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις δομικές ρίζες της παχυσαρκίας.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, σε συνεργασία με παγκόσμιους ηγέτες, φορείς χάραξης πολιτικής και τον ΠΟΥ χρειάζονται ολοκληρωμένα σχέδια δράσης για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, τη μείωση του στίγματος και την τροποποίηση των συστημάτων που συμβάλλουν στην παχυσαρκία.
Ο πρόεδρος της ΕΠΑΜΕΔΙ υπογραμμίζοντας την ανάγκη για περισσότερο σεβασμό, καλύτερη φροντίδα, τολμηρές πολιτικές και πραγματική δράση, σημείωσε πως υπάρχουν τρείς τομείς για να δράσουν άμεσα και χωρίς καθυστέρηση κυβερνήσεις, πάροχοι υπηρεσιών υγείας και ασφαλιστικά ταμεία:
- Κατάλληλες ιατρικές υπηρεσίες υγείας για την αντιμετώπιση των ατόμων με παχυσαρκία,
- Έγκαιρη παρέμβαση σε πρώιμο στάδιο της νόσου για καλύτερα αποτελέσματα στη θεραπεία
- Πρόληψη στους νεότερους για να μειωθεί η ανάγκη για θεραπεία παχυσαρκίας.
Ο κ. Πανοτόπουλος κατέληξε: «Η πρόληψη και η δράση στην παιδική και εφηβική ηλικία είναι η μεγαλύτερη επένδυση για τις επόμενες γενιές. Η παιδική παχυσαρκία επηρεάζει τη σωματική και ψυχική υγεία, την αυτοεκτίμηση, την κοινωνική αποδοχή, τις επιδόσεις στις σπουδές και την ποιότητα ζωής παιδιών και εφήβων και συχνότατα οδηγεί στην παχυσαρκία στην ενήλικη ζωή.
Η θεραπεία της παχυσαρκίας δεν είναι μόνο το αδυνάτισμα και η απώλεια κιλών. Είναι η συνολική βελτίωση της υγείας. Εκτός από την εξατομικευμένη παρέμβαση στις διατροφικές συνήθειες, τις οδηγίες για τη σωματική δραστηριότητα και την ουσιαστική ψυχική στήριξη, τα υπάρχοντα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας και οι βαριατρικές επεμβάσεις, όταν χρειάζονται και παρέχονται από τους ειδικούς γιατρούς, είναι πολύτιμοι σύμμαχοι.
Πρέπει να βελτιώσουμε την παροχή υπηρεσιών αντιμετώπισης της παχυσαρκίας και να διασφαλίσουμε την πρόσβαση σε αυτές για κάθε άτομο, παιδιά και ενήλικες, που τις χρειάζεται. Οι Ιατρικές υπηρεσίες θα χρειαστούν χρηματοδότηση, το προσωπικό υγείας θα χρειαστεί εκπαίδευση και πρέπει να αναπτυχθούν κατάλληλα δίκτυα παροχών υγείας, έτσι ώστε ο καθένας να έχει πρόσβαση στην περίθαλψη που χρειάζεται. Έχουμε συλλογική ευθύνη να αντιμετωπίσουμε αυτή την παγκόσμια επιδημία».