Βουτιά στη μακραίωνη ιστορία της πόλης θα κάνουν Θεσσαλονικείς και επισκέπτες από τα πρώτα κιόλας κυλιόμενα σκαλιά καθόδου στο πρώτο επίπεδο του -πολύπαθου, αλλά, πλέον, μοναδικού στην Ευρώπη και πιθανώς στον κόσμο- σταθμού Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης, η εικόνα του οποίου, μετά την απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, κρατείτο -μέχρι σήμερα- ως… επτασφράγιστο μυστικό, εν όψει των πολυαναμενόμενων εγκαινίων, σε ακριβώς 31 ημέρες.
Ο ιδιότυπα εντυπωσιακός σταθμός μετρό, ένα κατά κυριολεξία ανοιχτό μουσείο, θα ανοίξει τις πύλες του στο επιβατικό κοινό της πόλης την 30ή Νοεμβρίου, όπως έχει ήδη εξαγγελθεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά μία πρώτη γεύση αυτής του της μοναδικότητας, και μάλιστα πολύ γλυκιά, φέρνει σήμερα στο φως η ιστοσελίδα Voria.gr. Οι εικόνες που δημοσιεύονται από τα επίπεδα -1 και -2 του σταθμού, όπου εκτίθεται το σύνολο των αρχαιοτήτων, είναι αποκαλυπτικές, κι ενώ αυτές τις ημέρες ολοκληρώνονται οι τελευταίες πινελιές ανάδειξής τους.
Τα λόγια τα οποία επέλεξε για να τον χαρακτηρίσει προ ημερών, κατά την ξενάγησή του σε αυτόν, ο Κάρστεν Ράσμουσεν, επικεφαλής του τμήματος Ελλάδας-Κύπρου της Γενικής Διεύθυνσης Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης (DG REGIO) της Κομισιόν, μπορεί σε κάποιους να φάνταζαν (sic) υπερβολικά, αλλά φαίνεται ότι επαληθεύονται: «Είναι φανταστικός! Όλοι γνωρίζετε ποια θα είναι η αντίδραση του κόσμου όταν αντικρίσει τον σταθμό Βενιζέλου. Πρόκειται για κάτι μοναδικό στον κόσμο. Δεν θέλω να σας περιγράψω αυτό που είδα. Κάντε υπομονή. Δεν θέλω να πω. Πρόκειται για κάτι φανταστικό».
Πριν φτάσει στην αποβάθρα στο επίπεδο -4, που είναι το τελευταίο, 30 μέτρα κάτω απ’ τη γη, ο επιβάτης «ταξιδεύει» στην πολυποίκιλη ιστορία της πόλης, αφού «συνδέεται» με τα επιβλητικά τεκμήρια της διαχρονίας της από τις πρώτες κιόλας στιγμές που εισέρχεται στον σταθμό. Σκοπό παρουσίας σε αυτόν δεν θα αποτελεί μόνον η μετακίνηση, αλλά και η πολιτισμική περιπλάνηση, εν είδει επίσκεψης σε ζωντανό μνημειακό χώρο, ο οποίος, όμως, για πρώτη φορά, θα βρίσκεται κάτω από τη γη κι όχι πάνω από αυτήν, στα έγκατα μίας σύγχρονης και πολύβουης μητρόπολης.
Το σύνολο σχεδόν των προηγουμένως αποσπασμένων αρχαιολογικών ευρημάτων, που τώρα αναδεικνύονται τόσο με φωτισμό οροφής όσο και με φωτιστικά δαπέδου, επανήλθαν στην αρχική τους θέση και ο επισκέπτης μπορεί να τα αντικρίσει βαδίζοντας από πάνω τους, σε ενιαία γυάλινα και διαφανή αναρτημένα δάπεδα, που λειτουργούν ως διάδρομοι προσπέλασης, σαν μονοπάτια περιήγησης.
Η αρχιτεκτονική των δύο πρώτων επιπέδων, και κυρίως του δευτέρου, το οποίο αποτελεί τον κυρίως αρχαιολογικό θάλαμο, δίνει τη δυνατότητα κίνησης επάνω από τις αρχαιότητες, αλλά και αυτές της στάσης και της παρατήρησης, πάνω σε μικρά αιωρούμενα «μπαλκόνια», όπου οποιοσδήποτε μπορεί να κοντοσταθεί για να κοιτάξει και να φωτογραφίσει τα εντυπωσιακά ευρήματα.
Μέρα τη μέρα και κομμάτι κομμάτι, ο απαράμιλλος αρχαιολογικός χώρος ανασυντίθεται και αναδεικνύεται. Έναν μήνα πριν από τα επίσημα εγκαίνια του έργου, οι τελικές εργασίες διενεργούνται με πυρετώδεις ρυθμούς για την ιδανικότερη προβολή των αρχαιοτήτων, ο πρώτος λίθος των οποίων αποσπάστηκε τον Ιούλιο του 2021, έπειτα από μία ταραχώδη περίοδο, με πολλή πολεμική, που απέρρεε από την παρατεταμένη διαμάχη για τους τρόπους κατασκευής του σταθμού και ανάδειξης των ευρημάτων.
Στον σταθμό Βενιζέλου, η έκταση του οποίου είναι 1.260 τ.μ., η αρχαιολογική έρευνα κάλυψε τουλάχιστον 3.500 τ.μ., φέρνοντας στο φως το σύνολο των παλαιοτέρων οικοδομικών και χρονικών φάσεων της Θεσσαλονίκης, από τα ελληνιστικά χρόνια.
Συγκεκριμένα, ήρθε στο φως ο ρωμαϊκός και ελληνιστικός δρόμος Decumanus maximus ή αλλιώς βυζαντινή Μέση Οδός, καθώς και ένα σπουδαίο οικοδομικό σύνολο του αστικού ιστού της ύστερης αρχαιότητας.
Στο πλαίσιο της κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης, ενός έργου πολυδάπανου σε χρήμα και χρόνο, διενεργήθηκε η μεγαλύτερη ανασκαφική έρευνα σωστικού χαρακτήρα που έχει ποτέ πραγματοποιηθεί στη χώρα, συμβάλλοντας στην αναδίφηση της ιστορίας της πόλης από την ίδρυσή της, στα χρόνια του Κασσάνδρου, στο τέλος του 4ου αι. π.Χ. έως τις αρχές του 20ού αιώνα, με τις περισσότερες και σημαντικότερες αρχαιότητες να αναδύονται στους σταθμούς Αγίας Σοφίας και Βενιζέλου.
«Με απόλυτο σεβασμό στο θεσμικό πλαίσιο και στον αρχαιολογικό νόμο, αλλά και στις ανάγκες της Θεσσαλονίκης και των κατοίκων της, ολοκληρώνουμε ένα εξαιρετικά σύνθετο αρχαιολογικό έργο», είχε δηλώσει η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, κατά την τελευταία της επίσκεψη στον σταθμό Βενιζέλου, συμπληρώνοντας:
«Διασώζουμε και αναδεικνύουμε τα τεκμήρια της μακράς ιστορικής διαχρονίας της πόλης -από την ίδρυσή της από τον Κάσσανδρο μέχρι τους τελευταίους αιώνες- με πρωτοπόρες και καινοτόμες λύσεις, αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνικές και τεχνολογίες».
Το δύσκολο εγχείρημα της απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων ανέλαβε η ομάδα του αρχιτέκτονα Δημήτρη Κορρέ που έχει φέρει εις πέρας μεγάλα project στον αρχαιολογικό χώρο, ενώ o ίδιος συνηθίζει να λέει πως «κανείς δεν θα καταλάβει ότι κουνήθηκαν τα έργα».