Ένα πλάνο πάνω από λαμπερά πολύτιμα κρύσταλλα και στη συνέχεια η εικόνα ενός όμορφου προσώπου σε προφίλ. Είναι οι πρώτες εικόνες του ντοκιμαντέρ «Ρίφενσταλ» του Άντρες Φάιελ που έχει πάρει από την ταινία «Το μπλε φως» (1932). Πρωταγωνίστρια ήταν η Λένι Ρίφενσταλ, που εμφανιζόταν και στους τίτλους ως σκηνοθέτης.
Οι εικόνες του Χίτλερ, των ναζιστικών πορειών και των Ολυμπιακών Αγώνων εναλλάσσονται γρήγορα. Αργότερα, εμφανίζονται και οικογενειακές φωτογραφίες: ο πατέρας, η μητέρα, η Λένι. Η Λένι Ρίφενσταλ παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου μια πεπεισμένη εθνικοσοσιαλίστρια και της άρεσε να περιφέρεται με το προσωπείο της μεγάλης κυρίας. Πέθανε το 2003 σε βαθιά γεράματα και σε ηλικία 101 ετών.
Μετά το 1945, η Λένι Ρίφενσταλ πέτυχε τη μεταμόρφωσή της σε μια απολίτικη καλλιτέχνιδα και μάλιστα έδινε την εντύπωση πως αδίκως την καταδίωκαν. Προσπαθούσε να πείσει τον κόσμο με μισές αλήθειες και ψέματα για το ναζιστικό παρελθόν της και να φιμώνει τους ανθρώπους που την αμφισβητούσαν. Η ίδια υπήρξε χορεύτρια και ηθοποιός χωρίς κανείς ποτέ να της αναγνωρίζει κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο. Στον τομέα της σκηνοθεσίας όμως ακόμα και ο Άντρες Φάιελ παραδέχεται ότι «η Ρίφενσταλ άνοιξε δημιουργικούς δρόμους, ειδικά για τους οπερατέρ».
Σιδερένια θέληση και εκμετάλλευση των πάντων
Έκανε επίσης εξαιρετική δουλειά στο μοντάζ. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της όμως αλλά και η κατάρα της, ήταν η υπέρμετρη φιλοδοξία της. Η Ρίφενσταλ δεν ήταν πολυτάλαντη, αλλά διέθετε σιδερένια θέληση και μπορούσε να δοκιμάζει όλα τα μέσα, από τη ζωγραφική μέχρι τον χορό και από την υποκριτική μέχρι τη σκηνοθεσία, μέχρι να επιτύχει. Η μητέρα της δεν κουραζόταν να λέει πως είναι στραβοκάνα και άσχημη. Η Μπέρτα Ρίφενσταλ ήθελε η κόρη της να γίνει χορεύτρια και η Λένι ακολούθησε. Αλλά ένας τραυματισμός στο γόνατο έβαλε τέλος στην καριέρα της ως χορεύτριας το 1924. Τότε είδε το «Βουνό του πεπρωμένου» και έκανε ό,τι μπορούσε για να γίνει ηθοποιός. Η παιδική της ηλικία δεν ήταν πάντα εύκολη. Ο πατέρας της λέγεται ότι κάποτε, όταν ήταν παιδί, της έδεσε καλάμια γύρω από το στομάχι και στη συνέχεια την έριξε στο νερό. Στην ταινία αναφέρεται ότι η Ρίφενσταλ φοβήθηκε τότε μέχρι θανάτου. Μια άλλη φορά, ωστόσο, σχετικοποιεί την ιστορία και αναφέρει πως αυτό συνέβη για να γίνει καλή κολυμβήτρια. Η Ρίφενσταλ παρουσιάζει πάντα την εικόνα που τη βολεύει.
Η διάσημη σκηνοθέτις εκμεταλλεύτηκε τους ανθρώπους με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Αυτό ήταν κραυγαλέο στην περίπτωση των Σίντι και Ρόμα, τους οποίους χρησιμοποίησε ως κομπάρσους για την ταινία της «Tiefland». Αργότερα ισχυρίστηκε ότι τους είχε δει όλους μετά τον πόλεμο, ενώ στην πραγματικότητα οι περισσότεροι από τους μισούς είχαν δολοφονηθεί σε στρατόπεδα εξόντωσης.
Πυροδότησε μια σφαγή Εβραίων;
Η Ρίφενσταλ, ως επικεφαλής μιας «ειδικής κινηματογραφικής ομάδας» το 1939, ήταν αυτόπτης μάρτυρας ενός από τα πρώτα εγκλήματα της Βέρμαχτ στο Κόνσκι της Πολωνίας. Η ίδια το αρνήθηκε, αλλά φωτογραφίες πιστοποιούν ότι ήταν παρούσα όταν Εβραίοι εκτελέστηκαν στην πλατεία της αγοράς. Ο Άντρες Φάιελ πηγαίνει όμως ακόμη παραπέρα, παραθέτοντας έναν άλλο μάρτυρα που ισχυρίζεται ότι άκουσε την Ρίφενσταλ να φωνάζει στην πλατεία της αγοράς κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ότι οι «Εβραίοι» – άνθρωποι που δεν ήθελε στην ταινία – έπρεπε να «φύγουν». Σύμφωνα με τον Άντρες Φάιελ ίσως και να συνέβαλε ώστε να εκτελεστούν εκεί οι Εβραίοι.
Τέλος, πολλές ηχογραφήσεις που είχε στην κατοχή της δείχνουν ότι η υποτιθέμενη απολίτικη καλλιτέχνις ήταν Εθνικοσοσιαλίστρια. Η Ρίφενσταλ ηχογραφούσε μανιωδώς συναντήσεις και τηλεφωνήματα. Ορισμένα από αυτά ακούγονται στην ταινία. Οι ακροδεξιές απόψεις που εξέφραζε ανοιχτά δεν αφήνουν περιθώρια παρά να δει κανείς πως η Ρίφενσταλ δεν ήταν το πρόσωπο που προσπάθησε να δείξει μετά τον πόλεμο και κάθε άλλο παρά απολίτικη ήταν.
Επιμέλεια: Μαρία Ρηγούτσου