Πώς κατέληξε να τσακώνεται η αντιπολίτευση μεταξύ της; Μπορεί στην πιο πρόσφατη ομιλία του ο Αλέξης Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη να έριξε τους τόνους απέναντι στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, στη Χαριλάου Τρικούπη όμως οι θερμοκρασίες απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να είναι πολικές. Εχουν προηγηθεί δέκα μέρες έντασης, που διαμόρφωσαν εκ νέου το τοπίο ανάμεσα στις δύο πολιτικές δυνάμεις – κι αυτό γιατί μέχρι η Πόπη Τσαπανίδου να κάνει την πρώτη αναφορά την περασμένη εβδομάδα στην πιθανότητα «εκβιασμού» του Νίκου Ανδρουλάκη με το περιεχόμενο των υποκλοπών, η προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ προς το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ περιοριζόταν σε επιθέσεις φιλίας, με αβρότητες πίσω, αλλά κυρίως μπροστά από τις κάμερες, προσκλητήρια για μέτωπα και συνεργασίες, αλλά και «καπελώματα» εντός Βουλής.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που, εκμεταλλευόμενος την απουσία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ από την Ολομέλεια, ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρούσε να μιλήσει εξ ονόματος και του ΠΑΣΟΚ, θέτοντας ζητήματα για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη ή ακόμα και για τη συμπεριφορά της ΝΔ απέναντι στην τελευταία κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – παραλείποντας να αναφέρει τη στάση που κρατούσαν ο ίδιος και το κόμμα του τότε. Οσο τα πνεύματα ανάμεσα στο Μέγαρο Μαξίμου και τη Χαριλάου Τρικούπη οξύνονταν λόγω υποκλοπών, με τους πρώτους να μιλούν για «Σοσιαλ-Καμμένους» και τους δεύτερους να απαντούν με «προοδευτική διακυβέρνηση», από την Κουμουνδούρου λειτουργούσαν ως πράσινοι υποβολείς, με το βλέμμα στραμμένο στην απλή αναλογική: η κριτική της ΝΔ περί ταύτισης των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης μπορεί να κόστιζε στο ΠΑΣΟΚ, όμως ευνοούσε το αφήγημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο προάγγελος δύο παρεμβάσεων
Τα σχόλια Τσαπανίδου ήταν ο προάγγελος δύο παρεμβάσεων του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα που προσέδωσαν και πολιτικό περιεχόμενο στην αντιπαράθεση, με τις αναφορές του στο «κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου» από τη (συμβολικής σημασίας) Πάτρα. Χρονικά, ωστόσο, συνέπεσαν με την καταγραφή της κεντροαριστερής θέσης για τις μετεκλογικές συνεργασίες, η οποία, με βάση τα όσα είπε ο Νίκος Ανδρουλάκης, συνοψίζεται στο τρίπτυχο «ισχυρό ποσοστό – σταθερότητα από την πρώτη Κυριακή – συγκλίσεις με βάση τις προγραμματικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ». Η αλλαγή στάσης του ΣΥΡΙΖΑ ερμηνεύτηκε ως προειδοποίηση, όχι μόνο για την επίθεση που θα κάνει στο ενδεχόμενο συγκυβέρνησης ανάμεσα στη ΝΔ και στο ΠΑΣΟΚ, αλλά και ως διάθεση «να κοπεί η φόρα» στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, που φιλοδοξεί να διεκδικήσει με ίσους όρους μεγαλύτερο μερίδιο του προοδευτικού χώρου. Με αυτή την επιλογή, στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν πως κατάφεραν να συσπειρώσουν ένα πιο αντιδεξιό ακροατήριο, πιέζοντας παράλληλα την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να «αναλάβει τις ευθύνες της» για τις μετεκλογικές συνεργασίες. Από την άλλη, το αφήγημα περί «εκβιαζόμενου» Ανδρουλάκη αποξενώνει τους πιο μετριοπαθείς προοδευτικούς ψηφοφόρους, που διακρίνουν και σε αυτό μια προσπάθεια καθοδήγησης των επιλογών του ΠΑΣΟΚ, αλλά και ένα ύφος που τουλάχιστον στις τελευταίες εκλογές τους αποξένωσε από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το μόνο βέβαιο είναι πως η σύγκρουση με το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί παρά να είναι προσωρινή για την αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς γνωρίζει πως η όποια πιθανότητα επανόδου στην εξουσία περνάει μέσα από τη συνεργασία των δύο κομμάτων – άρα η αποξένωση δεν μπορεί ούτε να είναι καθολική ούτε να φτάσει μέχρι την κάλπη, εκτός κι αν στην Κουμουνδούρου θεωρήσουν μετά πάσης βεβαιότητας πως αυτός ο δρόμος έχει κλείσει.
Το αφήγημα του διμέτωπου
Για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, από την άλλη, η σύγκρουση με τον ΣΥΡΙΖΑ εξυπηρετεί το εκλογικό αφήγημα του διμέτωπου, γιατί δίνει αφορμή για επίθεση όχι μόνο στο κόμμα που κυβερνάει, αλλά και στην αξιωματική αντιπολίτευση – και μάλιστα, λόγω των υπονοιών για «εκβιαζόμενο» Ανδρουλάκη, για επιθέσεις που έχουν να κάνουν και με τη νοοτροπία του ΣΥΡΙΖΑ, για την οποία εδώ και καιρό μιλούν από τη Χαριλάου Τρικούπη. Η απευθείας σύγκριση των δύο, υφολογικά αλλά και από άποψη προγράμματος και στάσης εντός και εκτός Κοινοβουλίου (χαρακτηριστικότερη όλων η διαφορά προσέγγισης στο θέμα Κασιδιάρη), θεωρείται πως δίνει πόντους σε ένα ακροατήριο του προοδευτικού Κέντρου που ενδεχομένως είχε αποθαρρυνθεί το προηγούμενο διάστημα και, όπως έδειχναν οι δημοσκοπήσεις, επέστρεφε προς τη ΝΔ. Η αναζωπύρωση, έστω κι αν ήταν για μια εβδομάδα, της μάχης για την επικράτηση στον προοδευτικό χώρο είναι για το ΠΑΣΟΚ μια αφορμή να υπενθυμίσει αυτό που αποκαλεί «προοδευτικό προσωπείο» του ΣΥΡΙΖΑ – καθόλου τυχαία, ο Ανδρουλάκης επέλεξε να απαντήσει προσωπικά στον Τσίπρα, θυμίζοντας και τα πεπραγμένα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά και τις απόπειρες προσεταιρισμού της ιστορίας της δημοκρατικής παράταξης, που ενοχλεί ιδιαίτερα τη Χαριλάου Τρικούπη.
Τα προβλήματα σε αυτή την πασοκική τακτική δημιουργούνται στον βαθμό που η τακτική επίθεσης προς τον ΣΥΡΙΖΑ δεν διευκολύνει τους ψηφοφόρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κάνουν το βήμα και να επιστρέψουν στο κόμμα καταγωγής τους – τον τελευταίο χρόνο, για ένα μεγάλο μέρος της αύξησης του ποσοστού του ΠΑΣΟΚ ευθύνονταν, σύμφωνα με τις έρευνες, οι εισροές από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα, για να έχει επιτυχία ο διμέτωπος, από το ΠΑΣΟΚ σχεδιάζουν να εξειδικεύσουν ακόμα περισσότερο τη θέση τους για τις μετεκλογικές συνεργασίες, με την αποσαφήνιση των προγραμματικών θέσεων που θα τεθούν όντως στο τραπέζι της συζήτησης, ποσοστού επιτρέποντος. Η φράση, δε, του Ανδρέα Σπυρόπουλου (Kontra) πως «ο κ. Ανδρουλάκης, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, η Δημοκρατική Παράταξη δεν εκβιάζονται από κανέναν. Θα το διαπιστώσουν και ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Τσίπρας την επόμενη μέρα των εθνικών εκλογών» υπενθυμίζει πως ο όρος για το πρόσωπο του Πρωθυπουργού μπορεί να μην κατατίθεται δημόσια σε αυτή τη φάση, αλλά δεν έχει φύγει από το τραπέζι της συζήτησης εντός των κεντροαριστερών τειχών.