Τη νύχτα της 2ας προς 3ης Αυγούστου 1944 μητέρες με μικρά παιδιά, ηλικιωμένοι και άρρωστοι άνθρωποι δολοφονούνται στους θαλάμους αερίων του στρατοπέδου συγκέντρωσης και εξόντωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Αυτό ήταν και το τέλος του λεγόμενου «στρατοπέδου τσιγγάνων».
Μόνο εκείνο το βράδυ τα SS σκότωσαν περίπου 4.300 ανθρώπους – μία ακόμη μαύρη ημέρα της γενοκτονίας των Σίντι και των Ρομά στην Ευρώπη.
Η εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία δολοφόνησε συνολικά 500.000 ανθρώπους της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής μειονότητας – πολλοί πέθαναν σε στρατόπεδα και γκέτο, σε θαλάμους αερίων και εκτελεστικά αποσπάσματα, εν ώρα καταναγκαστικής εργασίας, από τη λιμοκτονία ή από αρρώστιες.
Από το 2015 η ΕΕ επέλεξε τη 2α Αυγούστου ως ημέρα μνήμης για τη γενοκτονία των Σίντι και των Ρομά.
«Προσεύχομαι να μη συμβεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο»
Οι ναζιστικές διώξεις δεν έλαβαν χώρα μονάχα στο Άουσβιτς, αλλά και σε πολλά άλλα μέρη σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο Κρίστιαν Πφάιλ είναι ένας από τους τυχερούς: ως μωρό κατάφερε να επιζήσει από τη γενοκτονία, πιθανώς επειδή ο ίδιος, οι γονείς και τα αδέλφια του, σε αντίθεση με άλλους πιο μακρινούς συγγενείς του, δεν στάλθηκε στο Άουσβιτς. Ο 80χρονος μιλάει όσο πιο συχνά μπορεί για τις διώξεις που υπέστησαν οι Σίντι και οι Ρομά. Διότι, όπως λέει στην DW, «ειδάλλως τόσοι πολλοί άνθρωποι θα είχαν πεθάνει μάταια».
Ο Πφάιλ μιλάει σε σχολικές τάξεις, στην ημέρα μνήμης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, στο Βερολίνο, στις Βρυξέλλες, στο Άουσβιτς. «Ελπίζω οι επόμενες γενιές να διδαχθούν από την ιστορία και προσεύχομαι να μη συμβεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο», είχε δηλώσει το 2022 στο Άουσβιτς.
Οι τραγικές συνθήκες διαβίωσης στο γκέτο
Στις 16 Μαΐου 1940 οι ναζί πήραν τους γονείς και τα αδέλφια του Πφάιλ από το σπίτι τους στο Τρίερ και τους μετέφεραν σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Κολωνία και εν συνεχεία στην Πολωνία, που βρισκόταν τότε υπό γερμανική κατοχή.
Στις αρχές του 1944 ο Πφάιλ γεννιέται στο γκέτο του Λούμπλιν. Η οικογένεια υποφέρει από την πείνα, την καταναγκαστική εργασία και βασανιστήρια όπως οι εικονικές εκτελέσεις. Όταν τα βράδια οι αξιωματούχοι των SS μαζεύονται και γλεντάνε, διατάζουν τον πατέρα του Πφάιλ να τους παίζει μουσική. Σε αντάλλαγμα του δίνουν τα αποφάγια τους – και έτσι μπορεί και επιβιώνει η οικογένεια.
Η «δεύτερη δίωξη» μετά το τέλος του πολέμου
Μετά την απελευθέρωση από τον Κόκκινο Στρατό η οικογένεια Πφάιλ επιστρέφει στο Τρίερ. Όμως οι διακρίσεις και οι διώξεις εναντίον τους συνεχίζονται και μετά το 1945.
Οι συγγενείς του Πφάιλ είναι βαριά άρρωστοι και δεν μπορούν να δουλέψουν. Γι’ αυτό και εξαρτώνται από τη στήριξη του κράτους.
Στις δημόσιες υπηρεσίες όμως βρίσκονται ακόμη οι άνθρωποι που ήταν υπεύθυνοι για την απέλασή τους επί ναζιστικού καθεστώτος. Και τώρα η οικογένεια είναι αναγκασμένη να ικετεύει για βοήθεια από αυτούς τους ανθρώπους. «Ήταν πολύ απογοητευμένοι από το γεγονός ότι εξακολουθούσαμε να ζούμε», λέει ο Πφάιλ.
Μάχη ενάντια στον αντιτσιγγανισμό
Στις δεκαετίες που ακολούθησαν μέχρι σήμερα άλλαξαν πολλά. Πλέον η Γερμανία έχει έναν επίτροπο αντιτσιγγανισμού, τον Μεχμέτ Νταϊμαγκιουλέρ, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την κατάθεση προτάσεων αντιμετώπισης του ρατσισμού.
Σύμφωνα πάντως με το Κέντρο Αναφοράς και Πληροφόρησης για τον Αντιτσιγγανισμό, λαμβάνουν χώρα ακόμη πολλές ρατσιστικές συμπεριφορές απέναντι σε Σίντι και Ρομά: το 2023 το Κέντρο κατέγραψε πάνω από 1.200 περιστατικά, σχεδόν διπλάσια σε σύγκριση με το 2022 – μέσα σε αυτά και δέκα περιστατικά ακραίας άσκησης βίας – ενώ το 2024 μία οικογένεια Σίντι στο Τρίερ κατήγγειλε πως άγνωστοι ζωγράφισαν στην πόρτα της μία σβάστικα.
Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντική και η ευαισθητοποίηση των νέων: «Η ριζοσπαστική Δεξιά προελαύνει στην Ευρώπη», προειδοποιεί ο Πφάιλ. «Και εμείς πρέπει να ταχθούμε απέναντί της. Και πρέπει να εκπαιδεύσουμε και τη νέα γενιά».
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς