Μήνυμα αυτοπεποίθησης και αισιοδοξίας για την πορεία της Alpha Bank έστειλαν ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου, Βασίλειος Ράπανος και ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, Βασίλης Ψάλτης από το βήμα της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων που πραγματοποιήθηκε σήμερα και η οποία ενέκρινε τη διανομή ποσού συνολικού ύψους 122 εκατ. ευρώ για την καταβολή μερίσματος και την επαναγορά μετοχών, που αντιστοιχεί σε μερισματική απόδοση ύψους 3%.
Η Alpha Bank επιστρέφει στη μακρά παράδοση ανταμοιβής των μετόχων της, που είχε διακοπεί εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, σηματοδοτώντας, όπως ανέφερε ο κ. Ψάλτης, την αρχή ενός νέου κύκλου ανάπτυξης και κερδοφορίας. «Σήμερα είναι μία πολύ ιδιαίτερη ημέρα για τον όμιλό μας. Κατόπιν των εγκρίσεων των εποπτικών αρχών, με μεγάλη χαρά εισηγούμαι σε εσάς από το βήμα της Τακτικής μας Γενικής Συνέλευσης, την έγκριση, μετά από 16 χρόνια, για διανομή μερίσματος ύψους 61 εκατ. ευρώ και ισοδύναμου ποσού για την επαναγορά μετοχών, δηλαδή διανέμουμε συνολική αξία 122 εκατ. ευρώ στους μετόχους μας», υπογράμμισε ο κ. Ψάλτης και πρόσθεσε: «Κοιτώντας πίσω όσα κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε από το 2010 μέχρι και σήμερα, έχω ισχυρή πίστη στις προοπτικές αυτής της τράπεζας και στις δυνατότητές μας. Η πρόσφατη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τους πιστωτικούς μας τίτλους από τον οίκο Moody’s ενισχύει την αισιοδοξία μου, αλλά και την αποφασιστικότητά μου, να επιμείνουμε στον δρόμο του εκσυγχρονισμού και της ενίσχυσης της αποδοτικότητας της Alpha Bank, διασφαλίζοντας υψηλή επαναλαμβανόμενη κερδοφορία και ισχυρότερη μερισματική απόδοση τα επόμενα χρόνια».
Από την πλευρά του, ο κ. Ράπανος τόνισε: «Με την αγαστή συνεργασία του Διοικητικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Ομάδας της Τράπεζας μπορέσαμε να ξεπεράσουμε, σε πολλά μεγέθη, τους στόχους μας. Αυτό, όμως, δεν μας εφησυχάζει. Έχουμε επίγνωση των προκλήσεων και γι’ αυτό πρέπει να βελτιώσουμε περαιτέρω τις επιδόσεις μας (…) με το να εμβαθύνουμε τις μεταρρυθμίσεις που έχουμε ξεκινήσει, με το να βελτιώσουμε ακόμη περισσότερο τις εσωτερικές μας λειτουργίες και με το να αξιοποιήσουμε πιο αποτελεσματικά τις δυνατότητες που μας προσφέρουν οι δεξιότητες, η εργατικότητα και η αφοσίωση του προσωπικού μας».
Η επόμενη ημέρα για την ελληνική οικονομία και την Alpha Bank
Αναφερόμενος στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και στον ρόλο που καλείται να διαδραματίσει ο επιχειρηματικός κόσμος και η Alpha Bank, ο κ. Ψάλτης υπογράμμισε ότι «έχουμε λοιπόν τώρα την ευκαιρία να αλλάξουμε την πορεία της ελληνικής οικονομίας». Ανέδειξε, δε, ως προϋποθέσεις για την υπέρβαση των προβλημάτων του παρελθόντος τη δίκαιη διανομή της ανάπτυξης σε όσους συνέβαλαν για να επιτευχθεί καθώς και την επίδειξη τόλμης από τον επιχειρηματικό κόσμο στον στίβο του διεθνούς ανταγωνισμού. Αναφερόμενος, δε, ειδικά στην Alpha Bank, σημείωσε: «Είμαστε περήφανοι που πρωτοστατούμε σήμερα τόσο στο πεδίο της ανταπόδοσης όσο και στο πεδίο της εξωστρέφειας. Ως προς την ανταπόδοση:
• Αναγνωρίζουμε τη στήριξη των μετόχων μας, τους επιστρέφουμε άμεσα και έμμεσα αξία και, κυρίως, παραμένουμε απολύτως προσηλωμένοι στο σχέδιό μας για περαιτέρω ενίσχυση των αποδόσεων.
• Επιβραβεύουμε τις προσπάθειες του προσωπικού μας, μέσα από ένα ενισχυμένο πρόγραμμα μεταβλητών αποδοχών που εδράζεται σε ένα αντικειμενικό και αξιοκρατικό σύστημα αξιολόγησης.
• Ανταποδίδουμε στους πελάτες μας, με νέα προϊόντα, συμβουλευτική υποστήριξη και καλύτερη εξυπηρέτηση.
• Επιστρέφουμε αξία στην κοινωνία, ως αρωγοί στην εθνική προσπάθεια για καλύτερη υγεία, παιδεία, αλλά και στην αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών. Βεβαίως, πρωταγωνιστούμε και στο πεδίο της εξωστρέφειας, ανοίγοντας για τους πελάτες μας την Ευρωπαϊκή αγορά, μέσω της στρατηγικής μας σχέσης με την UniCredit, και στηρίζοντας αποφασιστικά τα πλάνα εκσυγχρονισμού και μεγέθυνσης των ελληνικών επιχειρήσεων».
Απευθυνόμενος, δε, προς τον επιχειρηματικό κόσμο και την Πολιτεία, ανέφερε: «Σε αυτό το πλαίσιο, δεν θα κουραστούμε να προτρέπουμε τους πελάτες μας να βάλουν υψηλότερους στόχους και να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας νέας επιχειρηματικής κουλτούρας, που θα χαρακτηρίζεται από καινοτομία, ενισχυμένους θεσμούς εταιρικής διακυβέρνησης και προϊόντα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Δεν θα κουραστούμε, επίσης, να αναδεικνύουμε, όπως αναφέρθηκε και από τον Πρόεδρο, ως επιτακτική την ανάγκη, η Πολιτεία, εκμεταλλευόμενη τη θετική συγκυρία, να επιταχύνει το μεταρρυθμιστικό της έργο, ως προϋπόθεση για μία οικονομία βιώσιμης μεγέθυνσης, που θα μοιράζει δίκαια τον πλούτο στα μέλη της». Καταλύτης αλλαγής η στρατηγική συνεργασία με την UniCredit – έτος βάσης το 2023 για την τράπεζα.
Ο CEO του ομίλου επισήμανε πως το 2023 αποτέλεσε έτος-σταθμό για την Alpha Bank και πως «στο εξής, τόσο εμείς όσο και οι αγορές, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η περίοδος της κρίσης έχει οριστικά παρέλθει και ότι είναι το 2023 το έτος βάσης για τη θέση της τράπεζάς μας, και αυτό με το οποίο καλούμαστε να συγκριθούμε».
«Η εξαγορά του ποσοστού του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην Alpha Bank από την UniCredit είναι αναμφισβήτητα μια επιτυχία, αποτέλεσμα της πολύχρονης και επίπονης προσπάθειας για την εξυγίανση και τον μετασχηματισμό της Alpha Bank αλλά και της θετικής πορείας της ελληνικής οικονομίας», σχολίασε ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Alpha Bank, συμπληρώνοντας ότι η στρατηγική συνεργασία των δύο ομίλων βελτιώνει θεαματικά τις δυνατότητες περαιτέρω δημιουργίας αξίας για τους μετόχους, τους πελάτες και το προσωπικό της Alpha Bank, καθώς και για την ελληνική οικονομία.
«Πετύχαμε την πλήρη ιδιωτικοποίηση της τράπεζάς μας, αποκαθιστώντας την εικόνα μας ως η τράπεζα του ιδιωτικού τομέα, και για τον ιδιωτικό τομέα. Δεν επιδιώξαμε απλώς την πώληση των μετοχών που κατείχε το ΤΧΣ. Διασφαλίσαμε την είσοδο στο μετοχολόγιό μας ενός από τους μεγαλύτερους τραπεζικούς οργανισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο, της UniCredit, ενός ξένου στρατηγικού επενδυτή που ανέδειξε την τράπεζά μας σε σηματωρό εξελίξεων για το σύνολο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος», υπογράμμισε από την πλευρά του ο CEO του ομίλου Alpha Bank και ξεκαθάρισε: «Δεν πρόκειται απλώς για μία μετοχική και εμπορική συμφωνία. Συνιστά μία ιστορική ευκαιρία για αλλαγή, περαιτέρω επιτάχυνση του μετασχηματισμού, ανανέωση της κουλτούρας εργασίας και απόδοσης στο εσωτερικό της τράπεζάς μας. Η συνεργασία με την UniCredit μάς παρέχει τη δυνατότητα να γίνουμε φορέας καινοτομίας στην ελληνική αγορά, να εκτεθούμε στον διεθνή ανταγωνισμό και να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή των ευρωπαϊκών τραπεζικών εξελίξεων, ως μέλος ενός ευρύτατου πανευρωπαϊκού δικτύου. Και αυτή είναι μία ευκαιρία, που δεν θα επιτρέψω να περάσει ανεκμετάλλευτη».
Ο κ. Ψάλτης εξέφρασε την αισιοδοξία του για τις προοπτικές της στρατηγικής σχέσης με την UniCredit, εξηγώντας πως «η αισιοδοξία αυτή εδράζεται σε δύο άξονες: Πρώτον, στη στενή συνεργασία μεταξύ των ομάδων μας και την ταχεία υλοποίηση όσων έχουν συμφωνηθεί. Σε διάστημα μόλις 8 μηνών από την ανακοίνωση της συμφωνίας, έχει ήδη ολοκληρωθεί το σκέλος της συμφωνίας για την πώληση στη Ρουμανία, ενώ οριστικοποιήθηκε και το πλαίσιο διάθεσης της οικογένειας Αμοιβαίων Κεφαλαίων UniCredit onemarkets, τα οποία είναι ήδη διαθέσιμα στους πελάτες μας μέσα από το δίκτυό μας. Δεύτερον, στο γεγονός ότι με τη διοίκηση της UniCredit μοιραζόμαστε το ίδιο όραμα για τους οργανισμούς που εκπροσωπούμε, στοχεύοντας στην προαγωγή της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας, στην καλλιέργεια μίας κουλτούρας ομαδικότητας και υψηλής απόδοσης, στην προσήλωσή μας στη δημιουργία αξίας για τους Μετόχους, μέσα από την ανάπτυξη νέων εργασιών και τη βιώσιμη κερδοφορία».
Ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα και περαιτέρω ενίσχυση κερδοφορίας
Ο κ. Ψάλτης έκανε εκτενή αναφορά στα οικονομικά αποτελέσματα της τράπεζας που έχουν ήδη ανακοινωθεί (σχεδόν διπλάσια, σε σχέση με το προηγούμενο έτος, προσαρμοσμένα κέρδη μετά από φόρους, τα οποία ανήλθαν στα 780 εκατ. ευρώ το 2023) και σε όλες τις θετικές επιδόσεις της τράπεζας. Τα επιτεύγματα της τράπεζας δεν θα ήταν εφικτά χωρίς τον οργανωτικό εκσυγχρονισμό της και τις δράσεις για ανάπτυξη των εργαζόμενων στον όμιλο και τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος καινοτομίας και αποδοτικότητας, με θεμέλιο μία νέα κουλτούρα αξιοκρατίας και ευκαιριών, τόνισε ο κ. Ψάλτης. «Το μήνυμά μου θέλω να είναι σαφές: στην Τράπεζα μας οι ικανοί και οι πρωτοπόροι αναγνωρίζονται! Είναι εκείνοι που βοηθούν την τράπεζα να προοδεύσει, να αντιμετωπίσει δυσλειτουργίες και να δημιουργήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Αυτοί είναι που αξίζουν σεβασμό, προσωπική ανταμοιβή και αναγνώριση», ανέφερε. Παράλληλα, ο CEO του ομίλου επιβεβαίωσε τη δέσμευση της Alpha Bank να αναλαμβάνει δράσεις για μία κοινωνία συμπεριληπτική, με έμπρακτη αλληλεγγύη προς όλα τα μέλη της, παρουσιάζοντας επιγραμματικά τις σχετικές δράσεις.
Κλείνοντας την ομιλία του στην Τακτική Γενική Συνέλευση, ο κ. Ψάλτης μοιράστηκε με τους μετόχους της Alpha Υπηρεσιών & Συμμετοχών την αισιοδοξία του για την πορεία της τράπεζας, λέγοντας: «Βρισκόμαστε στην ισχυρότερη θέση από ποτέ άλλοτε τα τελευταία πολλά χρόνια και αυτό μας γεμίζει αυτοπεποίθηση, αλλά και αποφασιστικότητα για νέους υψηλότερους στόχους
Β. Ράπανος: «Το πλεόνασμα δεν είναι μέσο για την αύξηση των δαπανών»
«Η ελληνική οικονομία έχει επανέλθει σε καθεστώς κανονικότητας, αλλά είναι ανάγκη να επανέλθει και σε τροχιά σύγκλισης με την Ευρώπη, σε όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Αυτό όμως προϋποθέτει τη συνέχιση και την εμβάθυνση του μεταρρυθμιστικού έργου, με στόχο την αύξηση των επενδύσεων, τη μείωση του κόστους παραγωγής και διανομής, την άνοδο της παραγωγικότητας», ανέφερε ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Alpha Bank, ο οποίος ανέδειξε επίσης την ανάγκη διατήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας. «Πρέπει να αποφευχθεί, με κάθε τρόπο, η επιστροφή στο παρελθόν των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Η πλεονασματική θέση της Ελλάδας πρέπει να διαφυλαχθεί και να βαδίσουμε πάνω στην αρχή ότι το πλεόνασμα δεν είναι μέσο για την αύξηση των δαπανών, αλλά για να απομειώσουμε το υψηλό δημόσιο χρέος», είπε. Ο κ. Ράπανος υποστήριξε ακόμα ότι «στη χώρα μας απαιτείται μεγάλη βελτίωση στην επιχειρηματική κουλτούρα, καθώς και να εκλείψει η δαιμονοποίηση του κέρδους ώστε να έρθουν μακροχρόνιοι επενδυτές στην Ελλάδα αποσκοπώντας στην απόδοση μερίσματος από την ισχυρή ανάπτυξη». Όσον αφορά στον τραπεζικό τομέα, τόνισε ότι «οι ελληνικές τράπεζες έχουν ισχυροποιήσει τη θέση τους, τα τελευταία χρόνια, με σημαντική βελτίωση των χρηματοοικονομικών τους μεγεθών, εν μέσω ενός ασταθούς διεθνούς γεωπολιτικού και οικονομικού περιβάλλοντος» και κατέληξε: «Με ενισχυμένη ρευστότητα, οι ελληνικές τράπεζες είναι σε θέση να επεκτείνουν, με συνετή διαχείριση κινδύνων, το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο, στηρίζοντας την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».