Η άποψη ότι ο υψηλός πληθωρισμός στις ΗΠΑ θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, χωρίς να επιβραδυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης, είχε αρχίσει να αποκτά όλο και μεγαλύτερη αποδοχή στις ΗΠΑ τον τελευταίο χρόνο.
Μετά τις προβλέψεις της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Fed) την περασμένη Τετάρτη για αύξηση του πληθωρισμού το 2025, το ιδανικό αυτό σενάριο ξεθώριασε σημαντικά, οδηγώντας σε αναταράξεις τις διεθνείς αγορές.
Όταν η Fed άρχισε το 2022 την επιθετική αύξηση των επιτοκίων, η κυρίαρχη άποψη μεταξύ των αναλυτών ήταν ότι η αμερικανική οικονομία δύσκολα θα απέφευγε την ύφεση, με βάση την εμπειρία από αντίστοιχες πληθωριστικές περιόδους του παρελθόντος.
Βασική αιτία για τον πληθωρισμό στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου θεωρούνταν, άλλωστε, η επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική που εφαρμόστηκε στην περίοδο της πανδημίας, σε συνδυασμό με τα σοκ από τις αυξήσεις των τιμών ενέργειας και τροφίμων. Ο συνδυασμός αυτός εκτίναξε τον πληθωρισμό στο 9,1% τον Ιούνιο του 2022, το υψηλότερο επίπεδο σχεδόν 40 ετών.
Με βάση την οικονομική θεωρία και την εμπειρία προηγούμενων δεκαετιών, η ταχεία αύξηση των επιτοκίων – από 0,25% στις αρχές του 2022 εκτινάχτηκαν στο 4,5% τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους – αναμενόταν ότι θα μείωνε τη ζήτηση για επενδύσεις και κατανάλωση και επομένως η αμερικανική οικονομία θα επιβραδυνόταν πολύ ή θα έπεφτε σε ύφεση.
Η εκτίμηση αυτή δεν επαληθεύτηκε. Παρά την καταιγιστική αύξηση των επιτοκίων, το αμερικανικό ΑΕΠ αυξήθηκε 2,5% το 2022, όσο ήταν περίπου κατά μέσο όρο η ανάπτυξη στις ΗΠΑ την περασμένη δεκαετία. Δεδομένης της χρονικής υστέρησης, με την οποία οι μεταβολές στα επιτόκια επηρεάζουν την οικονομική δραστηριότητα, πολλοί αναλυτές υποστήριξαν ότι η ύφεση θα ερχόταν το 2023, καθώς μάλιστα η Fed συνέχιζε να αυξάνει τα επιτόκια, φτάνοντας στο υψηλό επίπεδο του 5,5% πέρυσι τον Ιούλιο.
Ωστόσο, αντί για καταβαράθρωση, το ΑΕΠ αυξήθηκε 2,9%, δηλαδή περισσότερο από το 2022, ενώ παράλληλα ο πληθωρισμός (με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή) μειωνόταν σημαντικά στο 6,5% τον Δεκέμβριο του 2022 και στο 3,4% τον Δεκέμβριο του 2023.
Το ιδανικό σενάριο άρχισε να κυριαρχεί εφέτος καθώς η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας παρέμεινε δυναμική. Σύμφωνα με την πρόβλεψη της Fed, η αύξηση του ΑΕΠ θα ανέλθει στο 2,5% το 2024 για να υποχωρήσει ελαφρά στο 2,1% το 2025. Τα κέρδη στο μέτωπο του πληθωρισμού δεν ήταν, πάντως, σημαντικά εφέτος. Μπορεί να υποχώρησε μετά από διακυμάνσεις, στο 2,4% τον Σεπτέμβριο, αλλά στη συνέχεια αυξήθηκε τον Οκτώβριο (2,6%) και τον Νοέμβριο (2,7%).
Η Fed αναθεώρησε την Τετάρτη ανοδικά τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό – στο 2,4% για το 2024 (από 2,3% που ήταν η πρόβλεψή της τον Σεπτέμβριο) και ακόμη περισσότερο για το 2025 (2,5% αντί 2,1%), ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου για τις αγορές, καθώς συνοδεύτηκε από προβλέψεις για σημαντικά βραδύτερη μείωση των επιτοκίων της το 2025. Μετά τη μείωση των επιτοκίων συνολικά κατά μία ποσοστιαία μονάδα από τον Σεπτέμβριο εφέτος, η Fed προέβλεψε μία περαιτέρω μείωση κατά μόνον μισή μονάδα το 2025, στο 3,9%, ενώ προηγουμένως προέβλεπε ότι θα μειώνονταν στο 3,4%.
Η αλλαγή αυτή αιφνιδίασε τους επενδυτές, με αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου στο 4,57% και να προκληθούν μεγάλες πωλήσεις μετοχών και απώλειες, περίπου 3%, στους βασικούς χρηματιστηριακούς δείκτες των ΗΠΑ την Τετάρτη. Παράλληλα, μειώθηκε κάτω από τα 100.000 δολάρια η τιμή του bitcoin και η τιμή του χρυσού σημείωσε κάμψη.
Η αλλαγή στην πρόβλεψη για τον πληθωρισμό συνδέεται σε κάποιο βαθμό και με τις αλλαγές πολιτικής που έχει εξαγγείλει ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος αναλαμβάνει την εξουσία στις 20 Ιανουαρίου.
Ο Τραμπ έχει ταχθεί υπέρ της επιβολής μεγάλων αυξήσεων στους δασμούς για τις εισαγωγές στις ΗΠΑ που θα οδηγούσαν σε αυξήσεις των τιμών. Ο πρόεδρος της Fed, Tζερόμ Πάουελ, επεσήμανε ότι κάποια από τα μέλη της αρμόδιας για τη νομισματική πολιτική Επιτροπής της Fed προσπάθησαν να προβλέψουν τον αντίκτυπο από τα μέτρα της νέας κυβέρνησης, αλλά τόνισε ότι αυτό είναι πολύ πρόωρο, αφού δεν έχουν ανακοινωθεί συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής.