Της Αθηνάς Πακακώστα
Πριν από μερικούς μήνες οι Τάιμς της Νέας Υόρκης έγραφαν ότι αναλυτές παρέμεναν διχασμένοι σε ό,τι αφορά στο πώς θα αντιδράσουν οι αραβικές χώρες μπροστά στην προοπτική απευθείας σύγκρουσης Ισραήλ – Ιράν. Ορισμένοι υποστήριζαν ότι θα πιέσουν για εγγυήσεις ασφαλείας από την Ουάσιγκτον και άλλοι πως θα επιχειρήσουν να πάρουν αποστάσεις προκειμένου να κρατηθούν μακριά από το ενδεχόμενο να τεθούν στο στόχαστρο της Τεχεράνης.
Ήδη, από την πρώτη στιγμή έναρξης του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, τα περισσότερα αραβικά κράτη κάλεσαν σε αυτοσυγκράτηση, ενώ μολονότι καταδίκασαν την ισραηλινή επιθετικότητα δεν έχουν προβεί σε καμία αναφορά υποστήριξης υπέρ της Τεχεράνης.
Το Ομάν τόνιζε ότι είναι κρίσιμης σημασίας να υπάρξει άμεση κατάπαυση του πυρός. Το Κουβέιτ υπογράμμιζε την αναγκαιότητα να αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα αίτια των συγκρούσεων στην περιοχή. Η Σαουδική Αραβία, είχε εκφράσει την έντονη ανησυχία της για τις επικίνδυνες συνέπειες της στρατιωτικής κλιμάκωσης και μέχρι σήμερα επιμένει στην ίδρυση παλαιστινιακού κράτους ενώ, το Κατάρ εργάζεται σταθερά πίσω από τις κλειστές πόρτες διατηρώντας ρόλο διαμεσολαβητή για την επίτευξη εκεχειρίας.
Είναι γεγονός ότι η ισχύς του Ιράν στην περιοχή αποτελεί αγκάθι και πολλά αραβικά κράτη έχουν τους δικούς τους λόγους για να ενοχλούνται εξαιτίας της. Ωστόσο, όπως σημείωνε σε ανάλυσή της η βρετανική εφημερίδα The Guardian, φαίνεται πως γνωρίζουν ότι μακροπρόθεσμα μία ενδεχόμενη αποδυνάμωση της Τεχεράνης θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα ανεπιθύμητο, αποσταθεροποιητικό κενό, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει το Ισραήλ που δηλώνει ανοιχτά ότι θέλει να αλλάξει την ισορροπία ισχύος στη Μέση Ανατολή.
Υπό το πρίσμα, δε, ότι περαιτέρω κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή μπορεί να απειλήσει τις δικές τους πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, τα αραβικά κράτη του Περσικού Κόλπου προσπαθούν να διαβεβαιώσουν την Τεχεράνη για την ουδετερότητά τους στη σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν.
Οι πληροφορίες ότι το Ισραήλ θα εξαπολύσει πλήγματα κατά ιρανικών πετρελαϊκών εγκαταστάσεων πυκνώνουν. Ακόμη και ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος, έχοντας ήδη προδώσει το διπλωματικό παζάρι Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών για τους στόχους των ισραηλινών αντιποίνων, παραδέχθηκε πως η συζήτηση για χτυπήματα κατά πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της Τεχεράνης είναι ανοιχτή.
Από την πλευρά του, το Ιράν μπορεί να μην έχει απειλήσει ανοιχτά πως θα επιτεθεί κατά των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων των χωρών του Κόλπου, ωστόσο έχει προειδοποιήσει πως «εάν υποστηρικτές του Ισραήλ» επέμβουν, τότε τα συμφέροντα αυτών στην περιοχή θα γίνουν στόχοι.
Και μπορεί οι χώρες του Κόλπου να μην πιστεύουν, ότι το Ιράν θα προβεί σε μία τέτοια ενέργεια, όπως όμως γίνεται γνωστό σύμφωνα με το Reuters, η Τεχεράνη αφήνει σχετικούς υπαινιγμούς μέσω ανεπίσημων πηγών.
Όπως εξηγούν δε αναλυτές αυτή η απειλή είναι ένα όπλο που η Τεχεράνη έχει στα χέρια της εναντίον της Ουάσιγκτον αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.
Ήδη υπό τον φόβο ότι το Ισραήλ θα χτυπήσει τις πετρελαϊκές υποδομές του Ιράν, η τιμή του πετρελαίου έχει αυξηθεί κατά 5% με την τιμή του αργού – μετά και την ιρανική πυραυλική καταιγίδα κατά του Ισραήλ – να σκαρφαλώνει στα 77 δολάρια το βαρέλι, καταγράφοντας αύξηση 10%.
Μεγάλη ανησυχία επικρατεί επίσης για το ενδεχόμενο το Ιράν να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ, τη σημαντικότερη πετρελαϊκή αρτηρία παγκοσμίως, καθώς από αυτή διέρχεται το ένα τέταρτο του συνολικού πετρελαίου που διακινείται δια θαλάσσης και το ένα πέμπτο του παγκόσμιου εμπορίου υγροποιημένου φυσικού αερίου.