Στην πρώτη μείωση των επιτοκίων από την έναρξη της Covid-19 προχώρησε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), η οποία κινήθηκε επιθετικά, κόβοντας τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης στο 4,75% – 5%.
Παράλληλα, προβλέπει ακόμη μια, αντίστοιχη μείωση, εντός του έτους.
Αν και η μείωση των επιτοκίων ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη, οι οικονομολόγοι την χαρακτηρίζουν ως ορόσημο τόσο όσον αφορά τη μακροχρόνια μάχη που δίνει η αμερικανική κεντρική τράπεζα με τον πληθωρισμό, αλλά και όσον αφορά τη μάχη που δίνουν οι Αμερικάνοι τα τελευταία δυο χρόνια με το υψηλότερο κόστος διαβίωσης.
Επενδυτές και αναλυτές πάντως ήταν διχασμένοι για το αν η Fed θα μείωνε τα επιτόκια κατά 25 ή κατά 50 μονάδες βάσεις. Κι αυτό, γιατί όπως λένε, αν και η συνήθως η Fed συνηθίζει να αφήνει ένα στίγμα για τις προθέσεις της, αυτή τη φορά τα μηνύματά της δεν ήταν σαφή.
“Αν και οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις μιλούν για μείωση κατά 50 μονάδες βάσης, εμείς προβλέπουν ότι η Fed θα μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης την Τρίτη. Ο πληθωρισμός δεν έχει φτάσει ακόμη στον στόχο που έχει θέσει η κεντρική τράπεζα, η ανεργία παραμένει γύρω στο 4% και οι δαπάνες και το ομοσπονδιακό έλλειμμα συνεχίζουν να αυξάνονται” είχε δηλώσει πριν τις επίσημες ανακοινώσεις ο John Lynch, επικεφαλής επενδύσεων της Comerica Wealth Management.
Οπως ανέφερε νωρίτερα το skai.gr, η Fed είχ μείνει…. πίσω σε σχέση με άλλες κεντρικές τράπεζες, οι οποίες έχουν ήδη προχωρήσει σε μειώσεις των επιτοκίων όπως η ΕΚΤ, η Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας, του Καναδά, του Μεξικού, της Ελβετίας και της Σουηδίας.
Πολλές από τις προαναφερθείσες Κεντρικές Τράπεζες εμφανίστηκαν πρόθυμες να κινηθούν πριν την Fed, ανταποκρινόμενες στην επιβράδυνση της ανάπτυξης και στη μείωση των πληθωριστικών πιέσεων.
Υπενθυμίζεται ότι την προηγούμενη εβδομάδα η ΕΚΤ προχώρησε στη δεύτερη μείωση επιτοκίων για φέτος. Συγκεκριμένα, μείωσε τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης, με το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων να μειώνεται σε 3,50%, ενώ το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και το επιτόκιο της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης μειώθηκαν σε 3,65% και 3,90% αντιστοίχως.