Την ευνοϊκή μακροοικονομική συγκυρία, την πλεονάζουσα ρευστότητα και το περιβάλλον υψηλών επιτοκίων θα επιχειρήσουν να εκμεταλλευτούν οι τράπεζες την ερχόμενη τριετία με στόχο την ενίσχυση της κερδοφορίας του και την επιστροφή στην εποχή των μερισμάτων για πρώτη φορά μετά από 13 χρόνια.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις αναλυτών, το καθαρό αποτέλεσμα της τρέχουσας χρήσης εκτιμάται ότι στους τέσσερις συστημικούς ομίλους θα διαμορφωθεί αθροιστικά στην περιοχή των 2,7 δισ. ευρώ.
Πρόκειται για επίπεδα υψηλότερα κατά 10% περίπου σε σχέση με τις προ δύο μηνών προβλέψεις της αγοράς και 35% σε σύγκριση με τις αρχές του έτους.
Η προς τα πάνω αναθεώρηση είναι αποτέλεσμα της μεγαλύτερης του αναμενόμενου αύξησης των ευρωπαϊκών επιτοκίων, που οδηγεί στην ενίσχυση των καθαρών εσόδων από τόκους.
Κι αυτό διότι περνά αυτόματα στην πλειονότητα των χορηγήσεων, ενώ την ίδια στιγμή οι αποδόσεις στις καταθέσεις παραμένουν στάσιμες από τον περασμένο Φεβρουάριο και το μερίδιό τους είναι προς το παρόν χαμηλό (περίπου 20%).
Το σχέδιο δράσης
Παρ΄ όλα αυτά οι τραπεζικές διοικήσεις οργανώνουν τη στρατηγική τους με γνώμονα μία μεγαλύτερη ώθηση στο οργανικό τους αποτέλεσμα, μέσω τομέων που έχουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης.
Πρόκειται για ένα πολυεπίπεδο σχέδιο που στοχεύει στην αύξηση των εσόδων από όλες τις πηγές.
Συγκεκριμένα:
• Λιανική Τραπεζική
Με το διαθέσιμο εισόδημα να αυξάνεται στην Ελλάδα ταχύτερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αναμένεται ανάπτυξη των δανειοδοτήσεων προς ιδιώτες, κυρίως προς όσους ανήκουν στη μεσαία τάξη.
Στο πλαίσιο αυτό, κομβικό ρόλο για την ενίσχυση των εργασιών θα παίξει η ψηφιοποίηση των τραπεζών, που αποτελεί συνθήκη αναγκαία για τη βελτίωση της σχέσης κόστους προς έσοδα.
Οι τράπεζες επενδύουν σε συστήματα αυτοματοποίησης των διαδικασιών, αλλά και στην ανάλυση στατιστικών στοιχείων με στόχο την προώθηση πωλήσεων με υψηλά περιθώρια κέρδους.
• Διαχείριση επενδύσεων
Πρόκειται για ένα τομέα που εκτιμάται ότι μπορεί να ενισχύσει σημαντικά στα έσοδα από προμήθειες, τα οποία παρά την άνοδό τους τα τελευταία χρόνια εμφανίζουν αξιοσημείωτα περιθώρια βελτίωσης.
Όπως ανέφερε η διοίκηση της Alpha Bank κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του επενδυτικού της πλάνου για την περίοδο 2023 – 2025 την περασμένη Τετάρτη, το Asset Management στην Ελλάδα έχει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης.
Τα περιουσιακά στοιχεία ενεργητικού υπό διαχείριση (AuM) αυξάνονται με ετήσιο ρυθμό 10% από το 2019, ξεπερνώντας σημαντικά τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ανέρχεται σε 2%.
Η Alpha Bank αναμένει περαιτέρω αύξησή τους κατά 15-20% ετησίως έως το 2025, καθώς η οικονομία προσαρμόζεται στον θετικό αντίκτυπο από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού τομέα και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Και σε αυτό το πεδίο η επένδυση στην τεχνολογία και ο εκσυγχρονισμός του μοντέλου παροχής υπηρεσιών αποτελεί καθοριστική παράμετρο για την ενίσχυση της παραγωγής και των εσόδων.
• Επιχειρηματικές χορηγήσεις
Θα συνεχίσει να αποτελεί την ατμομηχανή της κερδοφορίας των τραπεζών τα επόμενα χρόνια.
Καταλύτες για την επιτάχυνση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αλλά και τα αναπτυξιακά προγράμματα που θα τρέξουν έως και το 2027.
Οι τράπεζες θα εστιάσουν την προσοχή τους στη χρηματοδότηση επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε κλάδους υψηλών προοπτικών.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο τουρισμός, αλλά και δραστηριότητες που προωθούν την πράσινη και βιώσιμη οικονομία.
• Διεθνείς Δραστηριότητες
Αlpha Bank και Eurobank έχουν διευρυμένη παρουσία στο εξωτερικό, ενώ μικρότερες είναι οι θυγατρικές της Εθνικής Τράπεζας.
Η ενίσχυση του μεριδίου των κερδών από τις ξένες αγορές αποτελεί προτεραιότητα, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί, εφόσον παρουσιαστεί ευκαιρία, το ενδεχόμενο εξαγορών, δεδομένης της επάρκειας κεφαλαίων.
Πηγή: ΟΤ