Η κοστολόγηση των προγραμμάτων των κομμάτων είναι μια σημαντική πλευρά της πολιτικής συζήτησης. Τόσο ως προς το πόσο θα κοστίσουν σε σχέση με τα υπαρκτά έσοδα, όσο και σε σχέση με το ποιο όφελος μπορούν να έχουν.
Προφανώς με πρωτόκολλα συμφωνημένα και θεσμοθετημένα και πατώντας πάνω σε πραγματικά δεδομένα που να συνυπολογίζουν όλες τις παραμέτρους.
Κάτι τέτοιο σίγουρα θα ήταν μια συνεισφορά στο να κάνουμε πραγματικό διάλογο μπροστά στις εκλογές.
Γιατί έτσι θα αποφύγουμε τόσο την ευκολία του «λεφτά υπάρχουν!» όσο και την αντίστοιχη ευκολία του «πού θα βρείτε τα λεφτά;».
Και οι πολίτες θα μπορούν να κρίνουν καλύτερα τι να ψηφίσουν, αλλά και τα κόμματα θα έχουν μια πραγματική πίεση να κάνουν προγράμματα που ούτε αυτιά θα χαϊδεύουν ούτε συνθήματα θα αναπαράγουν, αλλά θα πατάνε πάνω στην πραγματικότητα της χώρας.
Επιμένω κοστολόγηση και αποτίμηση χρειαζόμαστε. Δηλαδή και να ξέρουμε το άμεσο κόστος αλλά και τα οφέλη που θα έρθουν, τα πιθανά αποτελέσματα οικονομικής ανάπτυξης που μπορεί να επέλθουν. Αυτό σημαίνει να εντοπιστεί το κόστος σε σχέση με τα σημερινά έσοδα αλλά και το εάν θα φέρουν στο μέλλον μεγαλύτερη ανάπτυξη, άρα και έσοδα.
Γιατί εγώ καταλαβαίνω ότι συχνά στις εκλογές παίζεται ένα διπλό παιχνίδι. Δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με το ότι η εκάστοτε αντιπολίτευση θα δώσει «υπέρμετρες» υποσχέσεις που πολύ απλά δεν θα μπορεί να τις αντέξει ο κρατικός προϋπολογισμός. Υπάρχει και το αντίθετο ενδεχόμενο: κυβερνήσεις με «ατζέντα λιτότητας» να λένε προκαταβολικά «λεφτά δεν υπάρχουν».
Γνωρίζω τη δυσκολία που υπάρχει για αυτή τη διαδικασία, ώστε να θεωρηθεί αμερόληπτη και ταυτόχρονα να αποφευχθεί ο κίνδυνος να ζητηθεί από φορείς του δημοσίου να παρέμβουν στην προεκλογική εκστρατεία. Γι’ αυτό χρειάζονται συναινέσεις ως προς τη διαδικασία.
Στη δημόσια συζήτηση μέχρι τώρα έχουν προταθεί ως φορείς που μπορούν να κάνουν αυτή την αποτίμηση το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής και η Τράπεζα της Ελλάδος.
Ας συμφωνήσουν τα κόμματα ποιος είναι ο καταλληλότερος φορέας και ας καταθέσουν τα προγράμματά τους εκεί.
Διαφορετικά και οι υποσχέσεις παροχών θα φαίνονται έωλες και οι καταγγελίες για «δημοσιονομικό εκτροχιασμό» και υπέρμετρο κόστος θα κρίνονται «εκ του πονηρού».