Ενα από τα μόνιμα παράπονα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, εμάς δηλαδή των δημοσιογράφων, στην προεκλογική περίοδο ήταν ότι οι πολιτικοί δεν κατέθεσαν τολμηρές προτάσεις. Επέλεξαν, για τον φόβο των Ιουδαίων, να στρογγυλέψουν τον λόγο τους, ώστε να μην ταράξουν το ακροατήριο και αν ήταν δυνατό να το αυξήσουν. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και όταν επιχειρούσαν να εξειδικεύσουν το πρόγραμμά τους, ποτέ δεν ανακοίνωναν λεπτομέρειες, προκειμένου να μη χάσουν κοινό. Και αν τους ξέφευγε κάτι το πλήρωναν.
Οι νεοδημοκράτες πιο έμπειροι και με τον αέρα της τετραετούς διακυβέρνησης δεν χρειάζονταν να πουν πολλά. Προανήγγειλαν έναν κόσμο, που για το επόμενο διάστημα θα συνεχίσει να εισπράττει επιδόματα (όσο χρειαστεί λένε τα στελέχη της), οι μισθοί θα αυξηθούν κάποια στιγμή πολύ, αλλά για θέματα που αγγίζουν ευαίσθητα ακροατήρια όπως την ανάγκη να έρθουν εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες από το εξωτερικό για την υλοποίηση των έργων που έχουν προγραμματιστεί, ούτε λόγος. Θα ενοχλούνταν το δεξιό ακροατήριο. Ούτε λόγος επίσης και για την προφανή ανάγκη να μαζευτεί η εξόφθαλμη φοροδιαφυγή δεκάδων χιλιάδων ελεύθερων επαγγελματιών, ειδικά όταν λόγω εισοδηματικών κριτηρίων η συγκεκριμένη ομάδα είναι και ο κύριος αποδέκτης των επιδομάτων.
Στον ΣΥΡΙΖΑ τον πρόεδρό του, τον Αλέξη Τσίπρα, τον ακούσαμε να μιλάει για «καλύτερους μισθούς, χαμηλότερες τιμές, πάγωμα χρεών». Το πώς θα γίνουν όλα αυτά μόνο ακροθιγώς τα άγγιξε. Οτι ετοιμάζει αύξηση της φορολογίας (μερίσματα και όχι μόνο) στα μεσαία και υψηλά εισοδήματα δεν το ακούσαμε στην προεκλογική περίοδο. Οτι για να πιάσουν τόπο οι μειώσεις ΦΠΑ και ειδικών φόρων κατανάλωσης πρέπει πρώτα να ελεγχθεί η αγορά, να περιοριστεί για παράδειγμα το λαθρεμπόριο καυσίμων, με πολλά πρατήρια να πωλούν καύσιμο σε τιμές κάτω του κόστους, επίσης ούτε λέξη. Φαντάζεται κανείς ότι ο συγκεκριμένος πρατηριούχος που πουλά κάτω του κόστους, νοιάζεται για το ύψος του ΦΠΑ ή του ΕΦΚ. Για τα κόκκινα δάνεια, ακούσαμε, αλλά λίγοι πρόσεξαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον λέει ότι πρέπει να γίνονται πλειστηριασμοί, για όσους δεν ενταχθούν στις ρυθμίσεις του πτωχευτικού. Ο,τι ήδη ισχύει δηλαδή και επί Νέας Δημοκρατίας, απλά με άλλο πλαίσιο.
Για παραδειγματισμό και δικαίωση όλων όσοι δεν τόλμησαν να πουν τίποτα εκτός πλαισίου, την πλήρωσε ο Γιώργος Κατρούγκαλος, ο οποίος έπεσε στη «φάκα Αδωνη» και έπεσαν οι ελεύθεροι επαγγελματίες πάνω του να τον φάνε. Από κεκτημένη ταχύτητα είπε να υπερασπιστεί τον νόμο που φέρει το όνομά του για τις αναλογικές εισφορές. Αλλο αν το κόμμα όπου ανήκει και ψήφισε τον εν λόγω νόμο τον αποκήρυξε. Οι εισφορές Κατρούγκαλου ήταν άδικες και όταν τις ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015, είναι προφανώς άδικες και τώρα. Τότε τις υποστήριζε, τώρα τους τινάζει «ηλεκτρικό ρεύμα».
Είχε προηγηθεί ο Γιάννης Δραγασάκης που είχε τολμήσει να πει την άποψη ότι πρέπει να αυξηθεί ο φόρος μερισμάτων. Αρχικά το διέψευσε και στη συνέχεια το επιβεβαίωσε, με την απαραίτητη διευκρίνιση ότι θα έχει όριο τα 50.000 ευρώ. Αγνωστο γιατί 50.000 και όχι 40.000 ή 60.000. Εκλογές έχουμε, ας βάλουμε σου λέει ένα όριο, να αφορά το μέτρο που σκεφτόμαστε όσο γίνεται πιο λίγους.
Με αυτά και με αυτά, φτάσαμε στη λήξη της προεκλογικής περιόδου και ακούσαμε κάτι, μόνο από «ατύχημα». Με αυτά τα δεδομένα θα ψηφίσουμε και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Τα υπόλοιπα θα τα ζήσουμε φυσιολογικά κάποια στιγμή μετά τις εκλογές. Τώρα δεν πρέπει να ταράξουμε τους ψηφοφόρους…