«Θα γνωρίζουμε την κατάσταση των κτιρίων, αλλά δεν θα μπορούμε να προχωρήσουμε σε εργασίες στατικής αναβάθμισης των κτιρίων…».
Με 18 λέξεις ειδικοί από το ΤΕΕ περιγράφουν την κατάσταση που θα επικρατήσει μετά τον προσεισμικό έλεγχο σε όλα τα δημόσια κτίρια της χώρας, που αναμένεται να ξεκινήσει μέσα στο επόμενο διάστημα. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως θα γνωρίζουν τα επικίνδυνα (ενδεχομένως) κτίρια, αλλά στα περισσότερα από αυτά δεν θα μπορούν να επέμβουν προκειμένου να προχωρήσουν στη στατική τους αναβάθμιση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλεια όσων ζουν, κινούνται και εργάζονται σε αυτά τα κτίρια, ιδίως όταν πρόκειται για σχολεία και νοσοκομεία (!).
Καμία ενίσχυση…
Και σε αυθαίρετα μη τακτοποιημένα κτίρια, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, δεν μπορεί να γίνει καμία παρέμβαση, είτε πρόκειται για στατική ενίσχυση είτε για ενεργειακή αναβάθμιση, με συνέπεια αυτά τα κτίρια να μην μπορούν να υπαχθούν σε κάποιο πρόγραμμα χρηματοδότησης. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστούν δύο πράγματα: πρώτον, από το φθινόπωρο του 2020 η τακτοποίηση των αυθαιρέτων της κατηγορίας 5 «πάγωσε», και δεύτερον, μέχρι πρότινος πολλά κτίρια το Δημόσιο τα έχτιζε χωρίς οικοδομική άδεια ή έκανε προσθήκες.
Σημειώνεται πως το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) έχει αναλάβει να τρέξει τη διαδικασία ώστε να συμπληρωθεί το τεχνικό δελτίο για τη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης με 30 εκατ. ευρώ, ώστε έως τα τέλη του 2023 να έχει ολοκληρωθεί ο πρωτοβάθμιος έλεγχος.
Ο έλεγχος αφορά – κυρίως – όλα τα σχολεία (18.000 κτίρια) και νοσοκομεία (2.500 κτίρια), πανεπιστήμια, αστυνομικά τμήματα και πυροσβεστικούς σταθμούς. Στη συνέχεια, με βάση τον ισχύοντα προγραμματισμό, θα ακολουθήσει ο δευτεροβάθμιος έλεγχος στα κτίρια που θα κριθεί πως υπάρχουν ζητήματα στατικής επάρκειας, για τον οποίο θα αναζητηθεί ένα έξτρα κονδύλι γύρω στα 20 εκατομμύρια ευρώ. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί, όπως λένε πηγές που γνωρίζουν καλά το θέμα, πως αν ληφθεί υπόψη – και – ο απαραίτητος έλεγχος στα στατικά ανεξάρτητα τμήματα των κτιρίων, τότε οι προαναφερόμενοι αριθμοί των κτιρίων διπλασιάζονται ή και τριπλασιάζονται(!).
Ελεγχοι από απόσταση
Το θέμα των προσεισμικών ελέγχων δεν είναι κάτι νέο. Κατά καιρούς εξαγγέλλονται νέοι κύκλοι ελέγχων οι οποίοι είτε έγιναν εξ αποστάσεως (!), είτε δεν ξεκίνησαν, είτε δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ… Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πριν από 22 χρόνια (το 2001) δόθηκε εντολή από το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ και μετά από τον ΟΑΣΠ να γίνει προσεισμικός έλεγχος σε περίπου 80.000 κτίρια του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Σήμερα, δύο δεκαετίες μετά, έχουν ελεγχθεί γύρω στα 25.000(!). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι περίπου 55.000 κτίρια – ανάμεσά τους και πολλά εγκαταλελειμμένα σε ερειπιώδη κατάσταση – δεν έχουν ελεγχθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην περίπτωση ενός μεγάλου σεισμού για την ασφάλεια όσων θα περνούν κάτω ή δίπλα από αυτά…
Ετσι, κι αν αυτή τη φορά δεν γίνει κάτι και παραμείνουμε στα παλιά, τότε με τον σημερινό ρυθμό θα χρειαστούμε άλλα 45 χρόνια για να ολοκληρώσουμε τον έλεγχο, χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα έπρεπε να έχουμε ολοκληρώσει άλλες δύο επαναλήψεις ελέγχων και λόγω της γήρανσης των κτιρίων. «ΤΑ ΝΕΑ» αναφέρθηκαν εκτενώς στο θέμα τόσο στο φύλλο 11-12 Φεβρουαρίου 2023 όσο και στο φύλλο της 23ης Μαρτίου 2023.
Επιπλέον, κατά τον ομότιμο καθηγητή του ΕΜΠ Παναγιώτη Καρύδη, στην «εξίσωση» θα πρέπει να βάλουμε και μια άλλη παράμετρο. Στον προαναφερόμενο αριθμό των προς έλεγχο κτιρίων θα πρέπει να προστεθούν και τα κτίρια που επλήγησαν από μεγάλους και καταστροφικούς σεισμούς στα χρόνια που ακολούθησαν. Και από το 2001 έως σήμερα είχαμε 20 σεισμούς με μέγεθος πάνω από 6 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ σε πολλά μέρη της Ελλάδας, όπως για παράδειγμα στην Ελασσόνα, στην Κω, στη Σάμο και αλλού. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε πως το 2% της παγκόσμιας σεισμικής ενέργειας απελευθερώνει κάθε χρόνο η Ελλάδα – και πάνω από το 50% της ευρωπαϊκής(!).
Το κόστος της προστασίας
Ωστόσο, δεν είναι μόνο τα δημόσια κτίρια που πρέπει να ελεγχθούν, είναι και τα ιδιωτικά. Εδώ την ευθύνη έχουν οι ιδιοκτήτες. Κατά τον Παναγιώτη Καρύδη, το κόστος της προστασίας μας έναντι του σεισμού εκτιμάται γύρω στο 3% έως 5% της αξίας του κτιρίου, ενώ αν δεν ληφθούν τα απαραίτητα προληπτικά μέτρα, τόσο οι ανθρώπινες όσο και οι υλικές απώλειες θα είναι τεράστιες.
Επιπλέον, όπως αναφέρει, θα πρέπει να προσέχουμε ιδιαίτερα στην περίπτωση κατασκευών θερμοπροσόψεων αλλά και εσωτερικών επενδύσεων οι οποίες ως εύκαμπτες δεν μπορούν να δείξουν μετά τις ρωγμές ή άλλες βλάβες του κτιρίου. Δηλαδή σε βασικά σημεία του κτιρίου (όπως είναι για παράδειγμα οι κολόνες) θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα οι επενδύσεις (εσωτερικές και εξωτερικές) να ξεκουμπώνουν.
Και βέβαια υπάρχουν και μερικά πρακτικά μέτρα, όπως για παράδειγμα να δώσουμε μεγάλη προσοχή στη στερέωση κάθε αντικειμένου στο σπίτι, στο γραφείο, στο κατάστημα, είτε αυτό είναι κινητό είτε εντοιχισμένο, όπως αντικείμενα σε ράφια, κάδρα, βιβλιοθήκες, τζαμαρίες, δεξαμενή πετρελαίου, καυστήρας κ.ά.