Αθήνα και Αγκυρα βαδίζουν παράλληλα σε εκλογές. Η Αθήνα παρακολουθεί την πορεία προς τις κάλπες στην Αγκυρα και σαφώς ενδιαφέρεται για το αποτέλεσμα. Οπως και αντίστροφα. Ωστόσο δημόσια, όπως υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας (Action24), «η ελληνική κυβέρνηση και προφανώς και ο υπουργός Εξωτερικών, δεν έχει κανένα δικαίωμα να εκφράζει άποψη για τις εκλογές σε μία γειτονική χώρα». Για να υπενθυμίσει πάντως ότι «η τουρκική αντιπολίτευση έχει πει πράγματα ίσως και χειρότερα από αυτά που έχει πει ο πρόεδρος Ερντογάν». Στους κύκλους της ελληνικής διπλωματίας είναι σαφές ότι όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, η τουρκική εξωτερική πολιτική έχει συνέχεια και οι διεκδικήσεις της δεν μεταβάλλονται εύκολα. Εστω και αν υποχωρούν κατά καιρούς.
Τοξικό κλίμα και αναθεωρητισμός
Ο τούρκος πρόεδρος είχε την ευθύνη για τη δημιουργία του τοξικού κλίματος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με τη ρητορική απειλών που έφερε Ελλάδα και Τουρκία στον «προθάλαμο του πολέμου». Προχώρησε τις τουρκικές διεκδικήσεις και τις αναθεωρητικές θέσεις χτίζοντας στο αφήγημα της αποστρατιωτικοποίησης την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου, ενώ υιοθέτησε ως «εθνική στρατηγική» το ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας». Υπέγραψε το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο επιδιώκοντας τετελεσμένα και επέμεινε στις «γκρίζες ζώνες» και στο casus belli αφήνοντας αιχμές για επέκτασή του μέχρι και την Κρήτη. Η Τουρκία του Ερντογάν στο Κυπριακό θεωρεί μοναδική λύση τη διχοτόμηση. Ωστόσο πριν από την κρίση του 2020 που ξεκίνησε με την προσφυγική κρίση στον Εβρο που καθοδήγησε η Τουρκία και συνεχίστηκε με το «Ορούτς Ρέις» στο Αιγαίο, με Αθήνα – Αγκυρα να φτάνουν στο όριο ενός «θερμού επεισοδίου», οι σχέσεις Ερντογάν – Αθήνας από το 2002 έως και το 2016 κινούνταν σε χαμηλούς τόνους. Ο Ερντογάν επέστρεψε σταδιακά στην εθνικιστική ατζέντα στα ελληνοτουρκικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2016. Εχοντας στο πλευρό του δεκανίκι τον ακροδεξιό Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ηγέτη του ΜΗΡ, του κόμματος των «Γκρίζων λύκων».
Από τον κεμαλισμό ως την Ακροδεξιά
Η αντιπολίτευση είναι ένα μείγμα πολιτικών δυνάμεων που ξεκινούν από τον κεμαλισμό, όπως το CHP του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, και φτάνουν μέχρι την άκρα Δεξιά, όπως το «Καλό Κόμμα» της Μεράλ Ακσενέρ. Ως εν δυνάμει αντιπρόεδροι εμφανίζονται ο «πιο προοδευτικός» και δημοφιλής στο εξωτερικό και στην Ελλάδα, δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου αλλά και ο εθνικιστής δήμαρχος Αγκυρας, πρώην ΜΗΡ, νυν CHP, Μανσούρ Γιαβάς. Το προεκλογικό μανιφέστο της συμμαχίας Κιλιτσντάρογλου είναι εξαιρετικά φιλοδυτικό, χωρίς ωστόσο να αφήνει παράθυρο περί υποχωρήσεων. Σημειώνει μεταξύ άλλων ότι θα σεβαστούν την ανεξαρτησία, την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα των χωρών της περιοχής, μιλά για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και δίκαιη κατανομή των πόρων υδρογονανθράκων, τονίζει ότι το Αιγαίο θα πρέπει να θεωρείται περιοχή ειρήνης υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «δεν θα επιτρέψουμε καμία εξέλιξη που μπορεί να βλάψει τα πεδία κυριαρχίας μας».
Η υπόσχεση και τα συμφέροντα
Υπόσχεται ότι «θα επιλύσουμε άλυτα ζητήματα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας με διπλωματία, διάλογο και διαπραγματεύσεις προσανατολισμένες στο αποτέλεσμα, με βάση το διεθνές δίκαιο και την ευθυδικία» αλλά «χωρίς να διακυβεύονται τα εθνικά συμφέροντα της Τουρκίας». Η Κύπρος παραμένει εθνική υπόθεση με στόχο την «προστασία των κεκτημένων δικαιωμάτων της «ΤΔΒΚ» και των «Τουρκοκυπρίων» και τη διασφάλιση της κυρίαρχης πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων».
Για την Αθήνα δεν επιτρέπονται οι ψευδαισθήσεις, αφού ακόμα και όσοι υπερασπίζονται την τουρκική αντιπολίτευση θυμούνται ότι ο Κιλιτσντάρογλου άνοιξε πρώτος στην τουρκική Βουλή ζήτημα περί «κατεχόμενων νησιών στο Αιγαίο από την Ελλάδα», ενώ όταν ο Ερντογάν απειλούσε «πως θα έρθει ένα βράδυ», η αντιπολίτευση απαντούσε «γιατί το λες και δεν το κάνεις…».
Το παράθυρο ευκαιρίας που προέκυψε μετά τους σεισμούς στην Τουρκία για την Αθήνα είναι σημαντικό να διατηρηθεί και να μην μπουν τα ελληνοτουρκικά στην προεκλογική αντιπαράθεση, ώστε να στρωθούν τα θεσμοθετημένα τραπέζια διαλόγου μετά τις εκλογές. Ακόμα και αν το σαφώς βελτιωμένο πολιτικό κλίμα δεν σημαίνει ότι η Τουρκία έχει αλλάξει θέσεις, όπως απέδειξαν οι τοποθετήσεις Ερντογάν και Τσαβούσογλου, που επιβεβαίωναν ότι η Αγκυρα επιμένει στις ακραίες διεκδικήσεις της.
Στην Αθήνα οι «πραγματιστές» θα μπορούσε να πει κανείς ότι ψηφίζουν μάλλον Ερντογάν, ενώ οι πλέον αισιόδοξοι, που θέλουν να ελπίζουν σε κάτι διαφορετικό, κοιτάζουν προς Κιλιτσντάρογλου. Ολοι πάντως διατηρούν τις επιφυλάξεις τους για τη μετεκλογική πολιτική της Τουρκίας, ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
Το στοχευμένο άνοιγμα της Αγκυρας στο Κάιρο
Αλλαγή προσώπου. Αυτό επιδιώκει να δείξει η Τουρκία στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και ευρύτερα. Καλλιεργώντας το προφίλ μίας δύναμης που μπορεί να μιλά με Δύση και Ανατολή, να παίζει σε όλα τα παιχνίδια αλλά και να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τους γείτονές της. Μία πολιτική προσπάθεια που ξεκίνησε από το 2021 και έθετε συγκεκριμένους στόχους. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ ήταν οι πρώτες χώρες στη λίστα του Ερντογάν.
Παράλληλα, στις συσκέψεις με διπλωμάτες υπογραμμιζόταν και η ανάγκη επαναπροσέγγισης με την Αίγυπτο, τονίζοντας ότι ο εν λόγω στόχος χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια και επιμονή λόγω των θέσεών της απέναντι στην Αγκυρα.
Η διπλωματία των σεισμών έφερε κοντά στην Αγκυρα όχι μόνο το Κάιρο αλλά και την Αθήνα, ανοίγοντας ένα παράθυρο ευκαιρίας, αλλά χωρίς «λευκές επιταγές». Αυτό τουλάχιστον αφήνουν να εννοηθεί τόσο η Αίγυπτος όσο και η Ελλάδα, όπως φάνηκε και στις δηλώσεις του έλληνα ΥΠΕΞ Νίκου Δένδια με τον αιγύπτιο ομόλογό του Σάμεχ Σούκρι στην Αθήνα. Που είχαν σαφείς και επαναλαμβανόμενες αναφορές στο διεθνές δίκαιο και το διεθνές δίκαιο της θάλασσας, ιδίως όσον αφορά την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, στον σεβασμό της κυριαρχίας των άλλων χωρών, την μη παρέμβαση στα εσωτερικά των άλλων κρατών αλλά και την αποφυγή επιθετικών και αναθεωρητικών πολιτικών. Ο Σούκρι βρέθηκε στην Τουρκία στη σκιά των σεισμών της 6ης Φεβρουαρίου, ακολούθησε η επίσκεψη Τσαβούσογλου στο Κάιρο, η πρώτη μετά από χρόνια, ενώ τη Μεγάλη Πέμπτη ήταν η δεύτερη επίσκεψή του εν μέσω Ραμαζανιού.
Η Αίγυπτος στην πραγματικότητα είναι το τελευταίο «κάστρο» που περιμένει η Αγκυρα να «πέσει». Ενα «κάστρο» δύσκολο – για την παρούσα κυβέρνηση – αφού η εξομάλυνση περνάει μέσα από τη Λιβύη και τις σχέσεις Ερντογάν με τους «Αδελφούς Μουσουλμάνους». Οσοι διατηρούν έντονες επιφυλάξεις δε για τις τουρκικές προθέσεις και τις συνδέουν με κατηγορίες προς την κυβέρνηση της Αθήνας ότι πραγματοποιεί «συμβολικές επαφές» εκτός θεσμοθετημένου πλαισίου διαλόγου με κανόνες σημειώνουν τον κίνδυνο μετά τις εκλογές η Τουρκία υιοθετώντας μία φιλοδυτική προσέγγιση να πετύχει πολύ περισσότερα, από όσα θα μπορούσε να αντέξει η ελληνική πλευρά. Πολλώ δε μάλλον εάν οι επαφές μείνουν στο πλαίσιο των συμβολισμών με την Αγκυρα, να διατηρεί στο ακέραιο διεκδικήσεις και αναθεωρητικές θέσεις, παρά τους χαμηλούς τόνους.
Εκτιμήσεις για στήριξη ΗΠΑ
Διπλωματικές πηγές εκτιμούν ότι η διαδικασία εξομάλυνσης Αιγύπτου – Τουρκίας δεν θα είναι εύκολη, θα προχωρήσει αργά, ωστόσο θα έχει την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ, με στόχο απόλυτη ηρεμία στην περιοχή και εξελίξεις στο ενεργειακό πεδίο. Σε αυτό το πλαίσιο κάποιοι δεν αποκλείουν η Ουάσιγκτον να συναινέσει σε μία συνάντηση 3+1, Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ + ΗΠΑ διαμορφώνοντας ταυτόχρονα το έδαφος για μία διάσκεψη της Ανατολικής Μεσογείου, με τη συμμετοχή της Τουρκίας. Ή ακόμα και αναζητώντας παράθυρο για συμμετοχή της Τουρκίας στο EastMed Gaz Forum.
Πηγή: έντυπη έκδοση το ΒΗΜΑ