Συνεχείς είναι οι καθησυχαστικές εκθέσεις ξένων οίκων για τις ελληνικές τράπεζες, αναφορικά με τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν στην τρέχουσα συγκυρία αναταραχής στις διεθνείς αγορές, μετά τις χρεοκοπίες τραπεζών στις ΗΠΑ και τη μετάδοση της κρίσης στην Ευρώπη.
Σε όλες τις αναλύσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες, επισημαίνεται η σημαντική πρόοδος που έχουν πετύχει σε όλα τα μέτωπα: στην ποιότητα του ενεργητικού τους, στην κεφαλαιακή επάρκεια, στη ρευστότητα και στην κερδοφορία/ αποδοτικότητά τους.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, μετά τις τελευταίες εξελίξεις η ευχέρεια ενός πιστωτικού ιδρύματος να ανταποκριθεί σε μία ενδεχόμενη αύξηση των αναλήψεων από τους καταθέτες του, αποτελεί παράμετρο κομβική για την αξιολόγηση της ευστάθειάς του.
Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρουν, οι εγχώριοι συστημικοί όμιλοι βρίσκονται ένα βήμα μπροστά από τις ευρωπαϊκές τράπεζες, καθώς διαθέτουν καλύτερες άμυνες σε περίπτωση που χρειαστεί να αντιμετωπίσουν έκτακτες καταστάσεις.
Οι κρίσιμοι δείκτες
Σε πρόσφατο οικονομικό δελτίο η Eurobank υπογραμμίζει σχετικά ότι μπορεί η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων να αντανακλά την ανθεκτικότητα της πρώτης γραμμής άμυνας μίας τράπεζας, ωστόσο στο σημερινό περιβάλλον η ρευστότητα αποκτά μεγαλύτερη σημασία.
Δύο από τους πιο ευρέως χρησιμοποιούμενους δείκτες για τη μέτρησή της είναι ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητάς (ΔΚΡ – Liquidity Coverage Ratio) και ο Δείκτης Δανείων προς Καταθέσεις (ΔΔΚ – Loαn-to-Deposit Ratio).
Σήμερα, το ελληνικό σύστημα παρουσιάζει ιδιαίτερα καλές επιδόσεις σε αυτούς τους τομείς, όχι μόνο σε σχέση με το παρελθόν αλλά και συγκριτικά με τα πιστωτικά ιδρύματα των άλλων χωρών της ευρωζώνης.
Σημαντικό ρόλο σε αυτό έχει παίξει, κατά τους οικονομολόγους της Eurobank, η αξιοσημείωτη αύξηση των καταθέσεων από την έναρξη της πανδημίας, που ξεπέρασε τα 46 δισ. ευρώ μεταξύ Μαρτίου 2022 και Δεκεμβρίου 2022.
Σημειώνουν δε ότι προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η λελογισμένη, βάσει εποπτικών κριτηρίων, χορήγηση νέων δανείων τα τελευταία δύο χρόνια.
Ειδικότερα, ο ΔΚΡ διαμορφώνεται σε:
- 161% για την Alpha Bank
- 173% για τη Eurobank
- 259% για την Εθνική Τράπεζα
- 201% για την Τράπεζα Πειραιώς
Τα επίπεδα αυτά δείχνουν, σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι σε θέση να αντέξουν σημαντικές εκροές καταθέσεων ακόμη και για διάστημα σχεδόν δύο μηνών κατά μέσο όρο.
Επιπλέον, εμφανίζουν ιδιαίτερα χαμηλό δείκτη δανείων προς καταθέσεις:
- 77% για την Alpha Bank
- 59% για την Εθνική Τράπεζα
- 73% για τη Eurobank
- 62% για την Τράπεζα Πειραιώς
Η διατήρησή του σε επίπεδα σημαντικά κάτω του 100% παρέχει στις ελληνικές τράπεζες ένα επιπλέον δίχτυ προστασίας και τους αφήνει ένα άνετο περιθώριο άμεσης απόκρισης σε απροσδόκητες διαταραχές που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά το παθητικό τους, επισημαίνει η Eurobank στην έκθεσή της.
Ο χρησμός της Moody’s
Τα παραπάνω στοιχεία καθιστούν αισιόδοξους τους αναλυτές που παρακολουθούν τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο ότι τα μεγέθη τους θα συνεχίσουν να βελτιώνονται τα επόμενα χρόνια.
Ενδεικτική των εκτιμήσεων αυτών είναι η χθεσινή έκθεση του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, στην οποία διατηρεί θετικές τις προοπτικές για τις ελληνικές τράπεζες.
Οι αναλυτές του υποστηρίζουν ότι οι αναμενόμενες ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες τη διετία 2023-2024 θα δώσουν ώθηση στην πιστωτική επέκταση.
Όπως αναφέρουν, οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι «έχουν μειώσει σημαντικά τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα τα τελευταία χρόνια και η ποιότητα του ενεργητικού τους αναμένεται να σταθεροποιηθεί παρά τις δυσκολίες των ευάλωτων πελατών στο σημερινό περιβάλλον υψηλών επιτοκίων».
Επιπλέον, σημειώνουν ότι τα κεφαλαιακά επίπεδα θα διατηρηθούν ανέπαφα και θα παρουσιάσουν μικρή αύξηση, καθώς οι τράπεζες χτίζουν τους σχετικούς δείκτες μέσω της κερδοφορίας τους.
Πηγή: ΟΤ