Γιατί μια νέα σύντομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης να αποτελεί ένα βιβλίο σχεδόν αναφοράς που κυκλοφορεί μάλιστα σχεδόν δύο χρόνια μετά το επετειακό έτος για τη συμπλήρωση 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης;
Προφανώς η υπογραφή του από τον Χρήστο Λούκο, ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης και έναν από τους βαθύτερους γνώστες της Επανάστασης, να αποτελεί ένα κίνητρο, αλλά δεν αρκεί. Αυτό που κεντρίζει το ενδιαφέρον είναι η ουσία της συγγραφικής του προσέγγισης και η διαφοροποίησή της από άλλες ανάλογες προσπάθειες. Ο συγγραφέας μοιάζει σαν να περίμενε τη δημοσίευση όλων των σχετικών με την Επανάσταση έργων για να έρθει με ένα έργο φαινομενικά συνοπτικό αλλά ουσιωδώς βαθύ, που προσφέρει μια ιδιαίτερα σύγχρονη και συνολική ματιά στο 1821, αναδεικνύοντας όχι μόνο το βάθος της Επανάστασης αλλά και τον πολύπλοκο μετασχηματισμό της ακόμα και στις τωρινές θεάσεις.
Ο Λούκος επιλέγει ένα σχήμα απαντήσεων σε μείζονα ζητήματα που αφορούν την Επανάσταση, χωρίς να θέτει επί της ουσίας τα ερωτήματα, αλλά καταδεικνύοντάς τα με σαφή τρόπο μέσα από τις απαντήσεις του. Χαρακτηρίζει με ξεκάθαρο τρόπο το 1821 ως Ελληνική Επανάσταση και όχι Πόλεμο Ανεξαρτησίας, όπως άμεσα διευκρινίζει στην αρχή του κειμένου, για να εντάξει το 1821 στον σύγχρονό του διεθνή περίγυρο των Επαναστάσεων, βγάζοντας την ελληνική περίπτωση από έναν ιδιότυπο απομονωτισμό του παρελθόντος ή από μια τάση υποτίμησής της, η οποία μάλιστα έκανε και αυτή την εμφάνισή της στο επετειακό 2021 και η οποία αποστερούσε ουσιαστικά κάθε σημασία από την Ελληνική Επανάσταση.
Η σημασία της Δύσης αλλά και της Ρωσίας στη διαμόρφωση των συνειδήσεων, η ανάπτυξη μιας ισχυρής διανοητικής συνιστώσας του Ελληνισμού, οι οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις, οι στρατιωτικές ετοιμότητες, όπως εύστοχα τις χαρακτηρίζει, είναι κάποιες από τις θεματικές ενότητες που επιλέγει ο Λούκος ακολουθώντας ένα μοντέλο δημοφιλές στο παγκόσμιο ιστοριογραφικό πεδίο. Από τον ελληνικό εταιρισμό ο Λούκος επιλέγει λογικά το παράδειγμα της Φιλικής Εταιρείας, της οποίας η επιρροή και η συμμετοχή στην Επανάσταση έχει επανέλθει ξανά στο προσκήνιο, αποδίδοντάς της τη δέουσα σημασία, αφού η συζήτηση για τη «συνωμοσία των Ρωμιών» προς την Επανάσταση αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις.
Η παρακολούθηση της έκβασης της Επανάστασης, η επιτυχία της στη Πελοπόννησο, η κρίσιμη καμπή της Επανάστασης αλλά και το κοινωνικό και ανθρωπολογικό προφίλ της Επανάστασης παρουσιάζονται. Οι άνδρες, οι γυναίκες και οι μορφές, δηλαδή οι ήρωες, και όχι μόνο της Επανάστασης, σκιαγραφούνται επίσης στην ιστορία του Λούκου ως θεματικές ενότητες. Ο πολιτικός χαρακτήρας της Επανάστασης, μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πτυχή που εξελίσσεται παράλληλα με το στρατιωτικό σκέλος, είναι ένα κομμάτι στο οποίο αποδίδει ο συγγραφέας τη δέουσα σημασία.
Η ευσύνοπτη καταγραφή της πορείας της Επανάστασης του Λούκου δεν περιορίζεται μόνο στη συμπυκνωμένη καταγραφή των σημαντικών νέων θεματικών του ’21 που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια, οι οποίες ξεφεύγουν από τα κλασικά του παρελθόντος και «αποδομητικά» στερεότυπα του πρόσφατου διαστήματος, βάζοντας την Ελληνική Επανάσταση στο πλαίσιο μιας Ευρωπαϊκής Επανάστασης, που αντλεί όμως στοιχεία από το γεωγραφικό και το ιδιαίτερο πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσεσαι.
Για τον Καποδίστρια
Ομως αυτή η ιστορία του Λούκου πάει και κάποια βήματα παρακάτω. Αφιερώνει μια εκτεταμένη για το συνολικό μέγεθός της ενότητα για τον Καποδίστρια με τίτλο «Το καποδιστριακό πείραμα», που, παρά την ογκώδη βιογραφία που κυκλοφόρησε φέτος, συμπυκνώνει την άποψή του για τον Καποδίστρια. Εχει εξάλλου ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού έχει συγγράψει και τη μονογραφία για την αντιπολίτευση στα χρόνια του Καποδίστρια. Είναι γεγονός ότι ο Λούκος έχει μια δυσθυμία και αμφιθυμία απέναντι στο πρόσωπο του Καποδίστρια. Μοιάζει να θέλει να αναμετράται μαζί του και να προσπαθεί να τον βάλει σε μια θέση ισότιμη σχεδόν με αυτούς που στάθηκαν στην αντιπολίτευσή του. Δεν θέλει να του αποδώσει τον τίτλο ενός εκ των μεγάλων ευρωπαίων πολιτικών του 19ου αιώνα, όπως το έχουν κάνει άλλοι ευρωπαίοι ιστορικοί, όπως ο Εβανς, δεν θέλει να του αποδώσει τον τίτλο ενός εκ των ιδρυτικών πατέρων του νέου έθνους-κράτους. Δεν θέλει να του δώσει «παράσημα» αλλά να του χρεώσει μόνο έντιμες προθέσεις και μοιάζει να τον περιορίζει έως και ασφυκτικά στη σύντομη περίοδο διακυβέρνησής του, χρεώνοντάς του την καταστρατήγηση των αποφάσεων της Τροιζήνας. Το όραμα μιας συνταγματικής όασης σε μια ακόμα μοναρχοκρατούμενη Ευρώπη ίσως μοιάζει ακόμα θελκτικό αλλά μάλλον όχι ρεαλιστικό.
Ιδιαίτερη σημασία και καίρια τοποθετημένη που δικαιολογεί και την καθυστερημένη έκδοση έχει η θέση του Λούκου για την πρόσληψη του 1821 στο 2021. Κάνοντας μια σύντομη ανασκόπηση στη συμμετοχή του 1821 στη συγκρότηση της νεοελληνικής ιδεολογίας φτάνει στο 2021 με δύο ιδιαίτερα εύστοχες και διεισδυτικές παρουσιάσεις. Οτι ένας τέτοιος εορτασμός θα χρειαζόταν περίπου μια πενταετία προετοιμασίας, δηλαδή θα έπρεπε να είχαν ξεκινήσει ήδη από το 2017, αλλά και την αδυναμία των επίσημων θεσμικών εορτασμών να αναδείξουν την πολυπλοκότητα του 1821. Επίσης καταρρίπτει εργαλειακές χρήσεις του 1821 με χαρακτηρισμούς όπως «η φιλελεύθερη Επανάσταση» χωρίς βέβαια να απορρίπτει τις φιλελεύθερες διαστάσεις της.
Τέλος, το χρονολόγιο που συμπεριλαμβάνεται είναι μια απρόσμενη πρωτοβουλία για τέτοιου είδους εκδόσεις, πολύτιμη για κάθε ερευνητή. Μια πιο διευρυμένη και επαυξημένη έκδοση αυτής της ιστορίας του Λούκου ίσως αποτελούσε πραγματικά ένα βιβλίο αναφοράς για τα επόμενα χρόνια, για τη σύγχρονη θέασή μας για το 1821, ίσως όμως και να της κόστιζε τη μεγάλη της αρετή, την εξαιρετική συμπύκνωση και την αποτύπωση με καίριο τρόπο του πυρήνα της πληροφορίας που καλύπτει ολόκληρη τη συνθετότητα και το ψηφιδωτό του 1821.
Στέφανος Καβαλλιεράκης
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ «ΤΑ ΝΕΑ»