Εν μέσω της ενεργειακής κρίσης και του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία, η Σαουδική Αραβία ήταν το 2022 η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο στις τάξεις των G20.
Η «ναυαρχίδα» του πετρελαϊκού κλάδου της, η κρατική Saudi Aramco, ανέφερε το 2022 κέρδη-ρεκόρ, ύψους 161 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενόσω το Ταμείο Δημοσίων Επενδύσεων (PIF) της αραβικής χώρας δαπανά δισεκατομμύρια δολάρια για να καταστήσει τη χώρα ελκυστικό τουριστικό και επενδυτικό προορισμό.
Στόχος του Ριάντ είναι μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας να μπει στο κλαμπ των 15 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
«Όχημα» προς αυτή την κατεύθυνση είναι το «Όραμα 2030»: ένα εν εξελίξει σχέδιο για τον οικονομικό μετασχηματισμό του πετρελαιοπαραγωγού βασιλείου του Κόλπου.
Ο πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, de facto ηγεμόνας της αραβικής μοναρχίας, έχει ρίξει «κρουνούς» πετροδολαρίων σε αυτή την προσπάθεια εκσυγχρονισμού, που περιλαμβάνει ριζική αναμόρφωση του οικονομικού, μέχρι και του φυσικού τοπίου.
Σε αυτό το μήκος κύματος εντάσσεται και η σταδιακή μεταστροφή που καταγράφεται στην εξωτερική πολιτική του κατά τα λοιπά σκληροπυρηνικού σουνιτικού βασιλείου.
Αν και επί μακρόν στρατηγικός περιφερειακός σύμμαχος των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, διατηρεί ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας και συνεργασίας με τη Ρωσία.
Συσφίγγει τους δεσμούς με την Κίνα. Σπάει παρασκηνιακά τον «πάγο» με το Ισραήλ. Προ ημερών διέβη τον Ρουβίκωνα αποκαθιστώντας τις διπλωματικές σχέσεις με τον έτερο «εχθρό», το σιιτικό Ιράν, μέσα από «γέφυρες» που έστησε το Πεκίνο -μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των Σαουδαράβων και κύριος αγοραστής του ιρανικού πετρελαίου.
Η περιφερειακή σταθερότητα και συνεργασία θεωρείται άλλωστε κρίσιμη στην ευόδωση του «Οράματος 2030»: ενός στρατηγικού πλαισίου, με βασικούς πυλώνες να καταστεί η Σαουδική Αραβία η «καρδιά του αραβικού και του ισλαμικού κόσμου», να γίνει μια παγκόσμια επενδυτική δύναμη και να μετατραπεί σε κόμβο μεταξύ Ασίας, Ευρώπης και Αφρικής.
Ανοίγοντας «φτερά»
Εκτός από τη μείωση της εξάρτησης της χώρας από τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα-που πρακτικά χρηματοδοτούν τον μετασχηματισμό της- στο επίκεντρο των προσπαθειών είναι η κατασκευή υποδομών, ο εκσυγχρονισμός δημόσιων υπηρεσιών, η ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας.
Όπως ισχύει λοιπόν με τα ήδη προωθούμενα έργα, ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν είναι κάθε άλλο παρά φειδωλός στο εγχείρημα υλοποίησης ενός νέου σχεδίου: να μετατρέψει τη Σαουδική Αραβία σε υπερδύναμη των αιθέρων.
Για να το πετύχει, δεν αρκέστηκε καν στον υφιστάμενο κρατικό αερομεταφορέα, τη Saudia, που λειτουργεί από το 1945.
Αντίθετα, ανακοίνωσε προ εβδομάδας τη δημιουργία μιας νέας αεροπορικής εταιρείας, ονόματι Riyadh Air, την οποία έσπευσε να… προικίσει.
Υπέγραψε ένα συμβόλαιο-μαμούθ με την αμερικανική κατασκευάστρια Boeing ύψους έως 37 δισεκατομμυρίων δολαρίων για συνολικά 78 συν 43 καινούργια αεροσκάφη -τα δεύτερα ως ανοιχτή επιλογή αγοράς.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται Airbus A329, Boeing 737 και 78 υπερσύγχρονα Boeing 787 (Dreamliner).
Τα περισσότερα προορίζονται για την Riyadh Air. Κάποια θα λάβει η Saudia για την ανανέωση του δικού της στόλου.
Η προσδοκία του Ριάντ είναι ότι η νέα αεροπορική εταιρεία θα εξυπηρετεί περισσότερους από 100 προορισμούς σε όλο τον κόσμο έως το 2030, προσθέτοντας 20 δισεκατομμύρια δολάρια στην αύξηση του σαουδαραβικού ΑΕΠ και δημιουργώντας μακροπρόθεσμα περισσότερες από 200.000 θέσεις εργασίας.
Πέραν αυτού, θα ανεβάζει τον πήχη του περιφερειακού ανταγωνισμού με τις αεροπορικές εταιρείες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (Emirates, Etihad Airways) και του Κατάρ (Qatar Airways), που έχουν εδραιωθεί στον διεθνή διαγωνισμό.
Για την διεύθυνση της Riyadh Air, η Σαουδική Αραβία «έκλεψε» από την Etihad τον Τόνι Ντάγκλας, Βρετανό με μακρά καριέρα και εμπειρία στις αερομεταφορές.
Δεν αρκούν μόνο τα λεφτά…
Τα σχέδια του πρίγκιπα διαδόχου για επικράτηση στους αιθέρες δεν περιορίζονται μόνο στη νέα αεροπορική εταιρεία.
Το διεθνές αεροδρόμιο «Βασιλιάς Χαλίντ» στο Ριάντ θα μετασχηματιστεί, δίνοντας θέση στο νέο και μεγαλύτερο «Βασιλιάς Σαλμάν».
Θα έχει, όπως ανακοινώθηκε, έξι παράλληλους διαδρόμους. Στόχος είναι να εξυπηρετεί ετησίως περί τα 120 εκατομμύρια επιβάτες έως το 2030 και 185 εκατομμύρια έως το 2050.
Μέχρι τότε, αναμένεται να διακινούνται από το νέο διεθνές αεροδρόμιο του Ριάντ 3,5 εκατομμύρια τόνοι φορτίου ετησίως.
Όλα αυτά, δε, με προβλέψεις στα χαρτιά για εγκαταστάσεις που θα λειτουργούν με αειφορία ή τουλάχιστον στο μέτρο του δυνατού σε έναν ρυπογόνο κλάδο όπως οι αερομεταφορές -με τη χρήση π.χ. ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις εγκαταστάσεις.
Ζητούμενο είναι η μετατροπή του αεροδρομίου του Ριάντ σε τεράστιο αεροπορικό και εμπορικό κόμβο.
Το «στοίχημα» του Ριάντ είναι να υπερισχύσει των περιφερειακών ανταγωνιστών τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, η συμφωνία με το Ιράν θεωρείται καθοριστική στο να υπάρξει ηρεμία στους αιθέρες.
Όχι τυχαία, ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν ανακοίνωσε τα σχέδια για την Riyadh Air μόλις 48 ώρες μετά την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων με την Τεχεράνη.
Ο δρόμος προς την επιτυχία, ένθεν κακείθεν, παραμένει πάντως μακρύς.
Ειδικοί του χώρου εκτιμούν ότι θα χρειαστεί πολύ προσπάθεια και ακόμη περισσότερα πετροδολάρια ώστε το Ριάντ να καθιερωθεί στο νέο αυτό ρόλο.
Θα χρειαστούν επίσης πολύ περισσότερα από γενναίες επενδύσεις για να βελτιωθεί η δημόσια εικόνα του βασιλείου.
Στη νέα τελευταία ετήσια έκθεσή της, η αμερικανική δεξαμενή σκέψης Freedom House συμπεριλαμβάνει τη Σαουδική Αραβία στη λίστα των «χειρότερων» ανελεύθερων κρατών, με τη χώρα να σημειώνει από τα χαμηλότερα ποσοστά ως προς τον σεβασμό των πολιτικών δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, δε, η Fifa την απέρριψε ως χορηγό του Παγκοσμίου Κυπέλλου Γυναικών 2023, υπό το βάρος των αντιδράσεων από τις συνδιοργανώτριες Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία.