Ο βέλγος επίτροπος Δικαιοσύνης της Κομισιόν Ντιντιέ Ρέιντερς μιλάει στα «ΝΕΑ» για τις καθυστερήσεις στην απόδοση δικαιοσύνης στην Ελλάδα, τη συζήτηση για το κράτος δικαίου με αφορμή τις υποκλοπές, αλλά και τη σημασία της ανεξαρτησίας των δικαστικών Αρχών.
«Να είμαστε σαφείς: οι παρακολουθήσεις από ιδιώτες είναι έγκλημα. Αν υπάρχει θέμα εθνικής ασφάλειας, πρέπει να υπάρχει ξεκάθαρη διαδικασία», αναφέρει χαρακτηριστικά, μιλώντας για τη σημασία της διαφάνειας και της ενημέρωσης για την πορεία των ερευνών ευαίσθητων υποθέσεων.
Με αφορμή την υπόθεση των υποκλοπών, μοιράζεται η Κομισιόν τις ανησυχίες μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα;
Από την αρχή έχουμε πει ότι είναι αδύνατο να συμφωνούμε με παράνομες παρακολουθήσεις. Στην Ελλάδα υπάρχει συζήτηση για το Predator, σε άλλα κράτη – μέλη για το Pegasus. Εχουμε στείλει επιστολές σε όλα τα κράτη – μέλη για να συλλέξουμε πληροφορίες και έχουμε πάρει απαντήσεις και από την Ελλάδα. Να είμαστε σαφείς: οι παρακολουθήσεις από ιδιώτες είναι έγκλημα. Αν υπάρχει θέμα εθνικής ασφάλειας, πρέπει να υπάρχει ξεκάθαρη διαδικασία. Πρέπει να ξέρουμε ποιος είναι υπεύθυνος να εγκρίνει τις παρακολουθήσεις. Είδα τον Χρήστο Ράμμο, τον επικεφαλής της ΑΔΑΕ, και πρότεινε ένα σώμα δικαστών. Γιατί όχι; Πιθανώς όντως να είναι καλύτερο να υπάρχουν πολλοί που θα κρίνουν και όχι ένας. Και, βέβαια, ποιος θα είναι υπεύθυνος για τον έλεγχο; Αυτό που συζήτησα στις επαφές μου εδώ είναι να υπάρξει ενημέρωση για την πορεία στις έρευνες. Γιατί υπήρξαν έρευνες σε εθνικό επίπεδο, και στη Βουλή αλλά και στις δύο ανεξάρτητες Αρχές, των οποίων τα στοιχεία έφτασαν στον εισαγγελέα. Και τώρα απαιτείται ενημέρωση για τις έρευνες, πού βρισκόμαστε; Είναι σημαντικό να υπάρχει επικοινωνία για την πορεία τους και για πολύ ευαίσθητες υποθέσεις, όπως η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ – σε λίγο κλείνουν δύο χρόνια και χρειαζόμαστε ενημέρωση για την πορεία των ερευνών. Και το ίδιο ισχύει και για τις πληροφορίες που αφορούν το δυστύχημα στα Τέμπη, γιατί ξεκίνησε έρευνα για ποινικές ευθύνες. Βλέπετε, υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν: περισσότερη ενημέρωση, καθώς επίσης και οργάνωση ενός νομικού πλαισίου για τη χρήση τέτοιου είδους εργαλείων (σ.σ.: λογισμικών παρακολούθησης).
Στην Ελλάδα υπάρχει συζήτηση για τα θέματα διαφάνειας στη Δικαιοσύνη και εσείς έχετε πρόσφατα εκφράσει προβληματισμούς για τη διαδικασία ορισμού του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ποια είναι η πρότασή σας;
Μέσα στην έκθεση για το κράτος δικαίου υπάρχει πρόταση για μεγαλύτερη συμμετοχή του δικαστικού σώματος στη διαδικασία ορισμού των προσώπων που βρίσκονται σε ανώτατες θέσεις. Υπήρξε συζήτηση τόσο με τον Πρωθυπουργό όσο και με τον πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και δεν αφορούσε μόνο την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, αλλά και το είδος της πραγματικής ανεξαρτησίας που έχει το γραφείο του εισαγγελέα. Είναι μια συζήτηση που κάνουμε με πολλά κράτη – μέλη, όσο μπορούμε επιμένουμε στην ανεξαρτησία του εισαγγελέα, στην επικοινωνία για την πορεία διαφορετικών ερευνών, με «καθαρή» πληροφόρηση για το τι διακυβεύεται. Επίσης, προτείνουμε μεταρρυθμίσεις που αφορούν την ποιότητα και την αποδοτικότητα του δικαστικού συστήματος. Δεν αρκεί να υπάρχει ένας ανεξάρτητος δικαστής ή εισαγγελέας, χρειάζεται κάποιος που να έχει τα προσόντα, είναι πολύ σημαντική η εκπαίδευση. Για να είναι αποδοτικό το σύστημα, σημαντική είναι η ψηφιοποίησή του. Στην Ελλάδα, μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της Δικαιοσύνης είναι η χρονική διάρκεια των διαδικασιών. Περνάει πολύς καιρός μέχρι να ληφθεί η απόφαση σε αστικές, εμπορικές, αλλά και ποινικές υποθέσεις. Περιμένουμε πολύ για αυτή καθαυτήν τη δίκη. Η αποδοτικότητα βασίζεται στην απόφαση που λαμβάνεται σε εύλογο χρονικό διάστημα και αυτό δεν συμβαίνει στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή.
Οδηγούν οι μεγάλες καθυστερήσεις σε καθεστώς ατιμωρησίας;
Σε ποινικές δίκες προφανώς υπάρχει αυτή η πιθανότητα. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να υπάρξει ένας πιο αποδοτικός τρόπος για την οργάνωση των ερευνών, για την ενημέρωση, αλλά και για τη δίκη. Το θέμα αφορά και την εμπιστοσύνη των πολιτών στο σύστημα, αλλά και την οικονομία. Αν υπάρχουν επενδυτές που θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα, θέλουν να είναι σίγουροι ότι θα έχουν πρόσβαση στη Δικαιοσύνη. Και για να είμαι συγκεκριμένος, η πρόσβαση αποτελείται τουλάχιστον από δύο στοιχεία: το υψηλό κόστος (που δεν είναι ζήτημα στην Ελλάδα, τα τέλη είναι χαμηλά) και τη δικαστική βοήθεια για τους μη προνομιούχους. Στην Ελλάδα υπάρχει τέτοιο σύστημα, αλλά με πολλές καθυστερήσεις στην αμοιβή των δικηγόρων. Το άλλο ζήτημα είναι, ξανά, οι καθυστερήσεις σε διαφορετικές διαδικασίες. Αν προσφεύγεις στη Δικαιοσύνη και δεν έχεις απόφαση για μία δεκαετία, η καθυστέρηση εξελίσσεται σε άρνηση απόδοσης της δικαιοσύνης. Προεκλογικά, οι διαφορετικοί υποψήφιοι εδώ στην Ελλάδα έχουν την ευκαιρία να δεσμευτούν για πραγματικές μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα.
Λίγο πριν από το δυστύχημα στα Τέμπη, η Ελλάδα παραπέμφθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τις σιδηροδρομικές υποδομές…
Αυτό αποδεικνύει πως υπήρξε μια μακρά συζήτηση – αν πηγαίνουμε στο Δικαστήριο, είναι γιατί δεν υπήρξε καμία άλλη λύση. Εχω μιλήσει με τον υπουργό Επικρατείας (και νέο υπουργό Μεταφορών), ο οποίος θα δει και την αρμόδια επίτροπο. Υπάρχουν διαφορετικά στοιχεία σ’ αυτό το δυστύχημα. Εκφράσαμε τα συλλυπητήριά μας στις οικογένειες των θυμάτων σε επίπεδο Κομισιόν – και εγώ ο ίδιος στις επαφές μου. Ενα δεύτερο στοιχείο είναι οι έρευνες. Σε ποινικό επίπεδο, είμαστε σε θέση να βρούμε τους υπεύθυνους; Για το μέλλον, είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρξουν επενδύσεις σε συστήματα ασφαλείας και μεγαλύτερη διαφάνεια στις υποδομές. Ξέρω ότι είναι απίθανο να επιλυθούν τα πάντα σε έναν χρόνο, αλλά η επένδυση στον σιδηρόδρομο είναι αναγκαία. Οπως είπα στον υπουργό, είναι σημαντικό το χρονοδιάγραμμα για τις διαφορετικές προτεραιότητες. Και φυσικά είναι δική μας αρμοδιότητα να το επιβεβαιώνουμε. Δεν θέλουμε να ξαναπάμε στο Δικαστήριο για ελλιπή εφαρμογή.
Πιστεύετε ότι το Qatargate κλονίζει την εμπιστοσύνη στην ΕΕ;
Εχω ανάμεικτα αισθήματα. Είναι πολύ λυπηρό να βλέπει κανείς μια τέτοια κατάσταση και είναι πρόβλημα για όλους τους θεσμούς. Κατανοώ τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Ομως ως επίτροπος Δικαιοσύνης πρέπει να πω ότι η άλλη πλευρά του νομίσματος είναι πως αν γνωρίζουμε τι συνέβη είναι γιατί υπάρχουν ανεξάρτητες έρευνες από ανεξάρτητες Αρχές και εισαγγελείς. Πρέπει, εννοείται, να συνεχίσουμε τη δουλειά για να αποτρέπουμε τέτοιες καταστάσεις. Ετσι είναι η μάχη ενάντια στη διαφθορά, αυτή η υπόθεση αποδεικνύει πόσο σημαντικό είναι να επενδύουμε σε ένα ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα. Στις Βρυξέλλες είδαμε πως η έρευνα έφτασε βαθιά μέσα στο κοινοβούλιο και έτσι θα έπρεπε να γίνεται σε όλη την Ευρώπη, αν υπάρχουν υποψίες διαφθοράς.
Ποια είναι τα επόμενα δικαστικά βήματα για τον πόλεμο στην Ουκρανία;
Υπάρχουν ήδη πάνω από 25 καταδίκες για τη Ρωσία. Δουλεύουμε στην ίδια κατεύθυνση, έχουμε ήδη 14 κράτη – μέλη που έχουν ξεκινήσει τις δικές τους έρευνες. Ερευνάμε εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, είδαμε την πρώτη υπόθεση στο ICC. Δίνουμε έμφαση στην αποτίμηση. Εχουμε ξεκινήσει μέσω της Eurojust και υπάρχει μια κοινή ομάδα έρευνας έξι κρατών – μελών, της Ουκρανίας και του ICC. Είμαι επίσης επικεφαλής για ένα μέρος των κυρώσεων. Εχουμε την υποχρέωση να «παγώσουμε» την πρόσβαση των ολιγαρχών και είπα και στις Αρχές εδώ πως έχει δεσμευθεί ένα πολύ μικρό μέρος των περιουσιακών στοιχείων. Ελαβα ξεκάθαρη δέσμευση από τον πρόεδρο της Βουλής, που εμπλέκεται στη διαδικασία, καθώς επίσης και για την παράβαση των κυρώσεων για όσους προσπαθούν να τις προσπεράσουν. Πρέπει να πω πως εξεπλάγην από την υποστήριξη της Ελλάδας στην Ουκρανία, τη στρατιωτική και την οικονομική, παρότι δεν ήταν μια εύκολη συζήτηση σε εθνικό επίπεδο.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ «ΤΑ ΝΕΑ»