Ο Μπάο Φαν είναι ένας από τους πιο εξέχοντες τραπεζίτες στη Κίνα.
Ίδρυσε την China Renaissance Holdings Ltd το 2005 -μια μπουτίκ εταιρεία επενδύσεων τεχνολογίας- της οποίας είναι μεγαλομέτοχος και πρόεδρος.
Στα 53 του, είναι δισεκατομμυριούχος. Πρόσφατα, η εταιρεία του διαχειριζόταν ποσά ύψους επτά δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Επίσης πρόσφατα, τα ίχνη του Μπάο Φαν εξαφανίστηκαν.
Στα μέσα Φεβρουαρίου, η China Renaissance δήλωσε στο Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ ότι «δεν ήταν σε θέση να επικοινωνήσει» μαζί του.
Την περασμένη εβδομάδα, ανακοίνωσε ότι ο Μπάο «συνεργάζεται σε έρευνα αρχών στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας».
Όπως και στην προηγούμενη αναφορά της, έτσι και τώρα διαβεβαίωσε ότι οι εργασίες της τράπεζας συνεχίζονται κανονικά.
Προφανώς, η China Renaissance επιδιώκει να καθησυχάσει τους μετόχους της – ήδη, μετά την πρώτη ανακοίνωση για την εξαφάνιση του προέδρου της, οι μετοχές της εταιρείας κατέρρευσαν προσωρινά κατά περίπου 50% χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ, προτού τελικά ανακάμψουν.
Όμως η εταιρεία δεν έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες για το πού βρίσκεται και υπό ποιες συνθήκες o Μπάο Φαν.
Μοιραία, η εξαφάνιση του Κινέζου δισεκατομμυριούχου έστρεψε τα φώτα της δημοσιότητας στην κρατική καταστολή σε βάρος επιχειρηματιών.
Δεν πρόκειται άλλωστε για την πρώτη περίπτωση.
Θεωρείται ωστόσο ιδιάζουσα, καθώς εγείρει ανησυχίες ότι, μετά τον τεχνολογικό τομέα ανοίγει, τώρα ένας νέος κύκλος κατά των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην Κίνα.
Το «μακρύ χέρι» του Πεκίνου
Τα τελευταία χρόνια σχεδόν μισή ντουζίνα Κινέζοι δισεκατομμυριούχοι εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς από προσώπου γης.
Άλλοι επανεμφανίστηκαν στο προσκήνιο έπειτα από καιρό -συνήθως στο δικαστήριο. Άλλοι χάθηκαν στο παρασκήνιο.
Από τις αρχές Φεβρουαρίου, για παράδειγμα, χάθηκε από τη δημόσια θέα ο διευθυντής και συμπρόεδρος της εταιρείας ανάπτυξης ακινήτων Seazen Group, από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές στην Κίνα.
Αργότερα, η εταιρεία ανακοίνωσε ότι ο Κου Ντεσούν παραιτήθηκε για προσωπικούς λόγους, δηλώνοντας αδυναμία εκτέλεσης καθηκόντων.
Ο Ρεν Ζικιάνγκ, ένας άλλος μεγαλοεργολάβος, είχε εξαφανιστεί το 2020, αφότου αποκάλεσε τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ «κλόουν» για μια ομιλία του για την πολιτική κατά της COVID-19.
Η τύχη του έγινε γνωστή έπειτα από μήνες, όταν ανακοινώθηκε ότι καταδικάστηκε σε 18 χρόνια φυλάκιση για δωροδοκία.
Είχε προηγηθεί την ίδια χρονιά η εξαφάνιση-«βόμβα» του διεθνούς φήμης ιδρυτή του κολοσσού Alibaba, Τζακ Μα, καθώς ετοιμαζόταν να εισαγάγει στο χρηματιστήριο την εταιρεία ψηφιακών πληρωμών Ant Financial, που τελικά δεν έγινε ποτέ.
Ο Μα είχε επικρίνει τις κινεζικές ρυθμιστικές αρχές, επειδή είχαν αρχίσει έρευνα κατά των μονοπωλίων στην εταιρεία του. Επανεμφανίστηκε τελικά μετά από μήνες, αποχωρώντας από τον όμιλο Ant Group.
Η πιο θεαματική πάντως περίπτωση ήταν αυτή του Σιάο Τζιανχούα: ενός κινεζικής καταγωγής Καναδού δισεκατομμυριούχου, που διατηρούσε στενούς δεσμούς με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, είχε διπλωματικό διαβατήριο και πολλούς σωματοφύλακες.
Κάτι ωστόσο που δεν απέτρεψε την… χολιγουντιανού σκηνικού απαγωγή του το 2017 από ένα πολυτελές ξενοδοχείο, με το κεφάλι του καλυμμένο με κουβέρτα και τον ίδιο να απομακρύνεται με αναπηρικό καροτσάκι.
Η σκηνή καταγράφηκε από κάμερα κλειστού κυκλώματος στο Χονγκ Κονγκ.
Ο Σιάο λέγεται ότι μεταφέρθηκε στην ηπειρωτική Κίνα με πλοίο. Παρέμεινε αγνοούμενος για χρόνια, μέχρι που πέρυσι καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλάκισης για διαφθορά από δικαστήριο στη Σαγκάη.
Πρόκειται μόνο για ορισμένες περιπτώσεις που έγιναν διεθνώς γνωστές.
Καταστολή ή πόλεμος κατά της διαφθοράς;
Ως προς τον Μπάο Φαν, οι λόγοι της εξασφάνισής του παραμένουν ασαφείς.
Eπικαλούμενη πηγές, η Wall Street Journal αναφέρει ότι κρατείται στο πλαίσιο ερευνών για καταπολέμηση της διαφθοράς.
Ο πρώην πρόεδρος της China Renaissance, Κονγκ Λιν, είχε ήδη τεθεί υπό κράτηση από τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Σύμφωνα με το κινεζικό οικονομικό περιοδικό Caixin, ερευνάται για ένα δάνειο 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που φέρεται να χορηγήθηκε στην China Renaissance από κρατική τράπεζα για την οποία ο Λιν κάποτε εργαζόταν.
Η κατηγορία εναντίον του αφορά σε σύγκρουση συμφερόντων.
Εικάζεται ότι ο Μπάο αντιμετωπίζει ανάλογες κατηγορίες.
Σύμφωνα με τους Financial Times, προσπάθησε πρόσφατα να μεταφέρει μέρος των περιουσιακών του στοιχείων στη Σιγκαπούρη.
Προσώρας οι κινεζικές αρχές δεν έχουν σχολιάσει την υπόθεσή του και εάν αυτή συνδέεται με την εκστρατεία πάταξης της διαφθοράς, που ο πρόεδρος Σι είχε καταστήσει βασικό μέρος της πολιτικής του.
«Οι τίγρεις έχουν σκοτωθεί, οι μύγες έχουν εκδιωχθεί, οι αλεπούδες έχουν κυνηγηθεί και οι διεφθαρμένοι αξιωματούχοι κάθε είδους έχουν τιμωρηθεί», είχε διακηρύξει ο ίδιος στο συνέδριο του ΚΚΚ, τον περασμένο Οκτώβριο.
Για την κινεζική ηγεσία, το κεφάλαιο αυτό προφανώς δεν έχει κλείσει.
Ορισμένες εταιρείες -κυρίως τεχνολογικές, αλλά όπως λέγεται και του χρηματοπιστωτικού τομέα- δείχνουν να έχουν γίνει στα μάτια του Πεκίνου πολύ ισχυρές.
Πολλοί δε από τους εγχώριους δισεκατομμυριούχους θεωρείται ότι δεν έχουν «κουμπώσει» με την ιδεολογική επιστροφή στις σοσιαλιστικές αξίες που διακηρύττει ο πρόεδρος Σι.
Δράση και αντίδραση
Καθώς η κατάσταση οικονομικά και γεωπολιτικά παραμένει ρευστή -την Κυριακή, κατά την έναρξη της ετήσιας συνόδου του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου, παρουσιάστηκαν ένας μέτριος στόχος ανάπτυξης στο 5% για φέτος και αύξηση των αμυντικών δαπανών-στη Δύση είναι διάχυτη η αίσθηση ότι το Πεκίνο θα συνεχίσει την άσκηση πιέσεων στις επιχειρήσεις, προκειμένου να διασφαλίσει ότι πρακτικές τους είναι ευθυγραμμισμένες με τις προτεραιότητες του ΚΚΚ.
Ενδεικτική αυτής της κατεύθυνσης θεωρείται η πρόσφατη χαλάρωση των σχέσεων μεταξύ του κινεζικού κράτους και των εγχώριων τεχνολογικών εταιρειών, με φόντο και τα δυσοίωνα οικονομικά στοιχεία.
Η υπηρεσία μεταφοράς Didi -γνωστή ως η «κινέζικη uber»- επιτρέπεται για παράδειγμα να εγγράφει νέους πελάτες, έπειτα από έναν «πάγο» 18 μηνών.
Το Πεκίνο επίσης ξέσφιξε τα «χαλινάρια» στον όμιλο Ant Group, που μετά την αποχώρηση του Τζακ Μα λέγεται ότι συνεργάζεται στενότερα με το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Καθώς όμως η καταστολή σε διακεκριμένους επιχειρηματίες συνεχίζεται, επεκτεινόμενη και στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αναλυτές επισημαίνουν τον κίνδυνο να κλονιστεί περαιτέρω η επενδυτική εμπιστοσύνη στην κινεζική αγορά.
«Η κινεζική κυβέρνηση έχει χρησιμοποιήσει την ίδια μέθοδο σε πολλούς ανθρώπους και ο μόνος λόγος που γνωρίζουμε την εξαφάνιση επιφανών επιχειρηματιών είναι ότι είναι μεγάλα ονόματα», λέει στη Deutsche Welle η Γιατσό Γουάνγκ, ερευνήτρια της οργάνωσης Human Rights Watch.
Δηλώνει, δε, απαισιόδοξη για την τρίτη θητεία του Σι Τζινπίνγκ στην προεδρία της ασιατικής υπερδύναμης.
«Αν κρίνουμε από τα τελευταία δέκα χρόνια υπό την κυριαρχία του Σι Τζινπίνγκ, η τάση της καταστολής θα γίνεται όλο και πιο σοβαρή», παρατηρεί.
«Οι μέθοδοί του θα γίνουν πιο βάναυσες και μυστικοπαθείς και τα βασικά δικαιώματα των ανθρώπων θα είναι λιγότερο ασφαλή».