Κάρτα αγοράς ή μείωση ΦΠΑ; Αυτό είναι το ερώτημα που τουλάχιστον σε πολιτικό επίπεδο κυριαρχεί τις τελευταίες εβδομάδες με κυβέρνηση και αντιπολίτευση να έχουν επιδοθεί σε ένα ιδιότυπο μπρα ντε φερ για το τι τελικά είναι πιο αποδοτικό για τους καταναλωτές.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι με την κάρτα αγορών το όφελος για τα νοικοκυριά είναι μεγαλύτερο σε σύγκριση με μία μείωση του ΦΠΑ σε βασικά είδη τροφίμων δίνοντας μάλιστα και παραδείγματα και από την άλλη η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι η οικονομία δεν θα μπει σε περιπέτειες αν μειωθεί ο ΦΠΑ στα τρόφιμα φέρνοντας μάλιστα ως παράδειγμα τις αποφάσεις της Ιταλίας και πρόσφατα της Ισπανίας.
Το σίγουρο είναι ότι κάθε απόφαση που λαμβάνει μία κυβέρνηση πρωτίστως είναι πολιτική ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά τόσο για τις τσέπες των νοικοκυριών όσο φυσικά και για το αντίκτυπο που αφήνει αυτή η απόφαση στους ψηφοφόρους της.
Δεν είναι λίγες οι φορές όπου το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει υποστηρίξει ότι αν άκουγε την αντιπολίτευση και προχωρούσε σε μία γενικευμένη μείωση του ΦΠΑ κανείς δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει ότι αυτή η μείωση θα πέρναγε στον τελικό καταναλωτή. Από την άλλη μία απευθείας επιδότηση είναι και πιο στοχευμένη θέτοντας εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια και είναι και απόλυτα μετρήσιμη. Από την άλλη, η Ιταλία και η Ισπανία, πολύ πιο ισχυρές οικονομίες από την Ελλάδα αυτό το σκεπτικό το έχουν ξεπεράσει από τη στιγμή που προχώρησαν ακόμη και σε μηδενισμό του ΦΠΑ για συγκεκριμένες κατηγορίες τροφίμων. Προφανώς έχουν τους ελεγκτικούς μηχανισμούς για να εντοπίσουν φαινόμενα αισχροκέρδειας και να επιβάλουν τσουχτερές κυρώσεις. Αν πάλι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο τότε προφανώς οι έμποροι δεν εκμεταλλεύονται τη μείωση ή τον μηδενισμό του ΦΠΑ για να επιβαρύνουν από το «παράθυρο» ακόμη περισσότερο τα νοικοκυριά.
Πολλά μέτρα
Από την άλλη ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας εξηγεί την απόφαση της κυβέρνησης να μην μειώσει τον ΦΠΑ αλλά να προχωρήσει στην παροχή της κάρτας αγοράς σε περίπου 3,2 εκατομμύρια νοικοκυριά λέγοντας ότι «η οικονομική πολιτική δεν γίνεται με ένα μέτρο, αλλά με συνδυασμό πολλών μέτρων. Στα τρόφιμα η κυβέρνηση έχει κάνει μία επιλογή. Η επιλογή αυτή είναι να φορολογήσει τα διυλιστήρια και το ποσό αυτό, τα 650 εκατομμύρια, να δοθούν στους καταναλωτές». Μάλιστα δίνει και κάποια συγκριτικά παραδείγματα αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι μία τετραμελής οικογένεια θα παίρνει 52 ευρώ το μήνα ενώ αν μειωνόταν ο ΦΠΑ κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες (σ.σ. από το 13% να πέσει στο 6%), η ωφέλεια θα ήταν 36 ευρώ, θα ήταν μικρότερη βοήθεια και δεν θα ήταν βέβαιο ότι θα κατέληγε στον καταναλωτή, καθώς μπορεί να χανόταν στην εφοδιαστική αλυσίδα». Συνεπώς, όπως αναφέρει ο κύριος Σταϊκούρας η βοήθεια που δίνεται είναι στοχευμένη, σε αυτούς που έχουν περισσότερη ανάγκη και όχι οριζόντια.
Στο σημείο αυτό βέβαια αξίζει να επισημάνουμε ότι οι υπολογισμοί του υπουργείου Οικονομικών ναι μεν είναι σωστοί αλλά θεωρούν ότι ένα νοικοκυριά καταναλώνει το μήνα όσα ορίζει η τροπολογία που καθορίζει το όριο δαπάνης πάνω στο οποίο υπολογίζεται η επιδότηση του 10%. Δηλαδή για μία τετραμελή οικογένεια εκτιμά ότι η μηνιαία δαπάνη για διατροφή είναι 520 ευρώ και της επιστρέφει το 10% δηλαδή τα 52 ευρώ. Αν καταναλώνει παραπάνω τότε το όφελος αναλογικά είναι πολύ μικρότερα σε σύγκριση με μία γενικευμένη μείωση ΦΠΑ. Επίσης στα τρόφιμα οι αυξήσεις που καταγράφει κάθε μήνα η Ελληνική Στατιστική Αρχή είναι πολύ πιο πάνω από το 10% στα περισσότερα από αυτά. Κατά συνέπεια η αλήθεια μάλλον είναι κάπου στη μέση. Δηλαδή καλή η κάρτα αγοράς αλλά τελικά οι Ιταλοί και οι Ισπανοί κάτι ξέρουν και αυτοί που μειώνουν ή μηδενίζουν για ορισμένους μήνες τους συντελεστές.