Τη στιγμή που κυβέρνηση και τράπεζες αναζητούν τρόπους για να στηρίξουν τους δανειολήπτες που επιβαρύνονται από την άνοδο των επιτοκίων, υπάρχει μία εισφορά-καπέλο 0,6% στο επιτόκιο κάθε δανείου.
Πρόκειται για τη γνωστή και ως εισφορά του νόμου 128/75, η οποία προστίθεται στο επιτόκιο του δανείου, την πληρώνει ο δανειολήπτης στην τράπεζα και η τελευταία την αποδίδει στο Δημόσιο. Αν, για παράδειγμα, το επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου είναι 4%, τότε ο δανειολήπτης πληρώνει δόση, η οποία υπολογίζεται βάσει του επιτοκίου (4%) συν την εισφορά. Δηλαδή, πληρώνει 0,6%. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε επιδότηση του 50% μιας αύξησης επιτοκίων κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες, μιας και το σχέδιο που συμφωνήθηκε με τις τράπεζες προβλέπει την επιδότηση της μισής αύξησης του επιτοκίου από τα τέλη Ιουνίου 2022. Με τη διαφορά ότι αυτή η επιβάρυνση ισχύει για όλους τους δανειολήπτες (ελληνικών τραπεζών μόνο) και για όλα τα επίπεδα επιτοκίων όλων των περιόδων.
Πόσο τελικά είναι το ποσό που εισπράττει το Δημόσιο από την εισφορά αυτή; Απάντηση σε αυτή την τόσο απλή ερώτηση προσπάθησαν να βρουν «ΤΑ ΝΕΑ» επικοινωνώντας με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Υστερα από τρεις ημέρες και επικοινωνία με τουλάχιστον 10 αρμόδια γραφεία, γενικές γραμματείες και διευθύνσεις, το ποσό δεν είχε βρεθεί. Οχι, προφανώς γιατί δεν υπάρχει ή δεν γνωρίζουν ότι υπάρχει. Διότι και υπάρχει και βρέθηκε και αποτελεί πραγματικό διαθέσιμο του κράτους. Βρέθηκε, αλλά όχι με τη βοήθεια του Γενικού Λογιστηρίου. Μέσω άλλης ανεξάρτητης Αρχής, η οποία απλώς γνώριζε και υπέδειξε το πού δημοσιεύεται δημοσίως η πληροφορία. Αλλά όχι ολόκληρη…
Ο ενιαίος λογαριασμός
Υπάρχει ένας «ενιαίος λογαριασμός θησαυροφυλακίου», ο οποίος έχει κωδικό στον προϋπολογισμό και αποτελεί μέρος του συνολικού λογαριασμού του κράτους. Το ποσό του ενιαίου αυτού λογαριασμού δημοσιεύεται και από το Γενικό Λογιστήριο και το υπουργείου Οικονομικών (είναι κωδικός του προϋπολογισμού) αλλά εμφανίζεται και στους ισολογισμούς της Τράπεζας της Ελλάδος, διότι εκεί διατηρείται η κατάθεση του κράτους.
Το υπόλοιπο αυτού του λογαριασμού είναι περίπου 20 δισ. ευρώ. Αλλά το υπόλοιπο από την εισφορά του νόμου 128/75 δεν είναι 20 δισ. Διότι το έσοδο από την εισφορά αυτή βρίσκεται μέσα σε αυτόν τον ενιαίο λογαριασμό μαζί με άλλους 15.000 λογαριασμούς. Και το τελικό υπόλοιπο των 20 δισ. προκύπτει από το άθροισμα (αυξήσεις και μειώσεις) και των 15.000 λογαριασμών.
Και εδώ φτάνουμε στη δυσκολία. Πόσο είναι το υπόλοιπο του λογαριασμού του νόμου 128/75; Με μεγάλη δυσκολία βρέθηκε ότι είναι 7 δισ. ευρώ και βαίνει συνεχώς μειούμενο, λόγω των τιτλοποιήσεων κόκκινων δανείων, της εκταμίευσης μικρότερων ποσών, αλλά και την αύξηση των δανείων μέσω ομολογιών και ξένων τραπεζών. Ετσι, από ετήσιο έσοδο περίπου 585 εκατ. ευρώ πριν από 10 χρόνια, έχει πέσει κοντά στα 250 εκατ. το 2022.
Το δάνειο από ξένη τράπεζα ή μέσω ομολογιακής έκδοσης δεν επιβαρύνεται με την εισφορά 0,6%. Αυτό προκαλεί και ένα θέμα ανταγωνισμού, τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στην ευρωπαϊκή, καθώς υπάρχει διαφορετική τιμολόγηση (κόστος) μεταξύ ελληνικών και ευρωπαϊκών τραπεζών για φυσικά και νομικά πρόσωπα εντός της ΕΕ.
Αυτή είναι μία από τις κριτικές που δέχεται η εισφορά αυτή, πέραν του γεγονότος ότι θεσμοθετήθηκε πριν από περίπου 50 χρόνια. Ξεκίνησε ως στήριξη των ελληνικών εξαγωγών, αλλά μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ δεν μπορούσε να επιβάλλεται. Ετσι, το 2000 τροποποιήθηκε η χρήση του για χρηματοδότηση πυρόπληκτων, σεισμόπληκτων και άλλων αναγκών κοινωνικού χαρακτήρα. Αλλά από ό,τι φαίνεται δεν χρησιμοποιείται μεγάλο μέρος του αν ληφθεί υπόψη το υπόλοιπό του.