Ο παλαιός κανόνας ήταν ότι από την πολιτική πρέπει να αποχωρήσεις φτωχότερος σε σχέση με αυτό που ήσουν πριν αποφασίσεις να ασχοληθείς ενεργά.
Και ήταν ένας κανόνας που είχε τη λογική του, καθώς παρέπεμπε στην αναγκαία ακεραιότητα που πρέπει να έχουν οι πολιτικοί για να μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους με στοιχειώδη αξιοπιστία.
Και θα ήταν άδικο εάν δεν επισημαίναμε ότι πολλοί πολιτικοί αυτόν τον κανόνα τον υπηρέτησαν.
Όμως, την ίδια στιγμή ο πειρασμός της διαφθοράς είναι πολύ πιο ισχυρός παρά ποτέ.
Οι λόγοι είναι προφανείς: γύρω από πολιτικές αποφάσεις παίζονται τεράστια συμφέροντα. Συχνά μάλιστα γύρω από λεπτομέρειες ρυθμίσεων και κανονισμών, που ενίοτε δεν απασχολούν τη δημοσιότητα.
Όμως, γιατί μπορεί σήμερα πολιτικοί να θέλουν να παραβιάσουν τις «κόκκινες γραμμές» που επιβάλλει μια στοιχειώδης πολιτική ηθική;
Πιστεύω ότι οι λόγοι έχουν να κάνουν με τον ίδιο τον τρόπο που εξελίσσονται οι δημοκρατίες και τα πολιτικά συστήματα.
Έχουμε αφήσει πίσω μας, δυστυχώς, την εποχή των μεγάλων πρωτοβουλιών, των οραμάτων, των πολιτικών σχεδίων.
Τα περισσότερα κόμματα απλώς προτείνουν παραλλαγές διαχείρισης του υπάρχοντος.
Δηλαδή, διαχείρισης ενός επιθετικού νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, που θεωρεί ότι όλα τα ζητήματα τα λύνει η αγορά.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου τελικά όλα αγοράζονται και πωλούνται, το έδαφος για «επενδύσεις» και σε πολιτικούς είναι πολύ πιο ευνοϊκό.
Και από τις δύο πλευρές της συναλλαγής.
Έπειτα είναι ο τρόπος που προβάλλεται η ενασχόληση με την πολιτική.
Σε μεγάλο βαθμό δεν θεωρείται πια μια «υπαρξιακή» επιλογή, που απαιτεί τη θυσία άλλων φιλοδοξιών.
Για αρκετούς πολιτικούς, ιδίως νεότερους, είναι ακόμη μια παραλλαγή «καριέρας». Και γι’ αυτό θεωρούν ότι πρέπει να ανταμειφθούν αναλόγως.
Προσθέστε στην εξίσωση το κόστος των προεκλογικών εκστρατειών και έχετε μια εικόνα της κατάστασης.
Γι’ αυτόν τον λόγο και πρέπει να σταματήσουμε να πέφτουμε από τα σύννεφα, αλλά να σκεφτούμε τι μπορεί να γίνει.
Και δεν εννοώ όλο το κλασικό συνταγολόγιο για διαφάνεια, δεοντολογία, κανόνες κ.λπ.
Μιλώ για το ουσιώδες.
Και αυτό είναι ότι για να σταματήσουν κάποιοι πολιτικοί να αντιμετωπίζουν την πολιτική ως «μπίζνα», θα πρέπει όντως η πολιτική να μην παραπέμπει σε «μπίζνα», δηλαδή σε διαχείριση συμφερόντων.
Ή θα επιστρέψουν τα σχέδια, τα προγράμματα, οι ιδεολογίες, ή απλώς θα μετράμε πτώσεις από τα σύννεφα.