Τους λόγους για τους οποίους πάτησε «φρένο» η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προσεγγίζει σε έκθεσή της η Eurobank.
Την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2022, η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοίνωσε τους εθνικούς λογαριασμούς για το τρίτο τρίμηνο 2022. Η περίοδος Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2022 χαρακτηρίστηκε: πρώτον, από επίμονα υψηλό πληθωρισμό, με τη μέση ετήσια μεταβολή του ΕνΔΤΚ να διαμορφώνεται στο 11,5%, από 10,4% το δεύτερο τρίμηνο 2022 και 6,6% το πρώτο τρίμηνο 2022, δεύτερον, από τη συνέχιση των γεωπολιτικών αναταραχών στο μέτωπο Ουκρανίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το διεθνές εμπόριο και τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, τρίτον, από τις προοπτικές συγχρονισμένης πιο επιθετικής σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής εκ μέρους των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, τέταρτον, από τη σταδιακή επιβράδυνση της μεταπανδημικής – εκρηκτικής στην αρχή – διάθεσης για κατανάλωση και πέμπτον, από την απόσυρση πολλών δημοσιονομικών μέτρων κατά της πανδημίας και από την εισαγωγή νέων κατά της ενεργειακής κρίσης.
Διαβάστε επίσης: Απογειώθηκαν τα περιφερειακά αεροδρόμια – Ποιοι ελληνικοί προορισμοί κέρδισαν το στοίχημα
Λαμβάνοντας υπόψιν τους προαναφερθέντες παράγοντες, η ελληνική οικονομία μετά από 8 τρίμηνα συνεχούς επέκτασης σε τριμηνιαία βάση, κατέβασε ταχύτητα το τρίτο τρίμηνο 2022 (βλέπε Σχήμα 1Α). Αναλυτικά, το πραγματικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), ήτοι η αξία σε αγοραίες τιμές των τελικών αγαθών και υπηρεσιών που παράγει μια οικονομία σε μια χρονική περίοδο (τρίμηνο, εξάμηνο και έτος), μειώθηκε ελαφρά σε τριμηνιαία βάση κατά 0,5%, ενώ σε ετήσια βάση ενισχύθηκε κατά 2,8%, ρυθμός αρκετά βραδύτερος σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο 2022 (7,1%).
Σε αυτό το αποτέλεσμα, πέραν του αρνητικού τριμηνιαίου ρυθμού μεγέθυνσης, συνετέλεσε και η αναθεώρηση των στοιχείων. Συγκεκριμένα, το πραγματικό ΑΕΠ του τρίτου και του τετάρτου τριμήνου 2021 αναθεωρήθηκε προς τα πάνω κατά 0,8% και 0,4% αντίστοιχα και το πραγματικό ΑΕΠ του πρώτου και του δευτέρου τριμήνου 2022 αναθεωρήθηκε προς τα κάτω κατά 0,3% και 0,9% αντίστοιχα. Για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022, ο πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης ανήλθε στο 5,9% υπ ραποδίδοντας έναντι της Ευρωζώνης (4,0%). Τέλος, σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα, το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα το τρίτο τρίμηνο 2022 ήταν υψηλότερο κατά 3,6% (2,2% στην Ευρωζώνη), παρά ταύτα σε σύγκριση με την κορυφή του προηγούμενου οικονομικού κύκλου (δεύτερο τρίμηνο 2007, €63,4 δισεκ.) παρέμεινε μικρότερο κατά 25,1% (βλέπε Σχήμα 2Α).
Απόκλιση
Μετρώντας την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα σε όρους πραγματικής ακαθάριστης προστιθέμενης (ΑΠΑ) αξίας σε βασικές τιμές, η επιβράδυνση της οικονομίας το τρίτο τρίμηνο 2022 ήταν ηπιότερη, στο +0,8% QoQ / +4,4% YoY από +1,2% QoQ / +6,8% YoY το προηγούμενο τρίμηνο. Σε λογιστικούς όρους η εν λόγω απόκλιση προέρχεται από τη μεγάλη αύξηση των επιδοτήσεων, μεταβλητής που αφαιρείται από την ΑΠΑ σε βασικές τιμές (ενώ οι φόροι προστίθενται) για να υπολογιστεί το ΑΕΠ σε αγοραίες τιμές. Αν και οι επιδοτήσεις ενέργειας επέδρασαν άμεσα ανασχετικά στο ΑΕΠ, εμμέσως μέρος αυτών τόνωσε τη ζήτηση μέσω αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος, με πρόσθετες δαπάνες σε αγαθά και υπηρεσίες.
Οι αγοραίες τιμές είναι αυτές που πληρώνουν οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις για την απόκτηση καταναλωτικών και κεφαλαιουχικών αγαθών. Περιλαμβάνουν τους έμμεσους φόρους, όπως ειδικοί φόροι κατανάλωσης και φόροι επί των πωλήσεων, ενώ οι επιδοτήσεις αφαιρούνται από την τελική τιμή. Οι βασικές τιμές είναι αυτές που λαμβάνουν οι παραγωγοί για την πώληση των αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν, αφαιρώντας τους φόρους πληρωτέους και προσθέτοντας τις επιδοτήσεις εισπρακτέες. Όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 1, στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022, η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή της πραγματικής ΑΠΑ σε βασικές τιμές (5,7%) ήταν πολύ κοντά στην ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ σε αγοραίες τιμές (5,9%).
Βάσει της πορείας πολλών δεικτών υψηλής συχνότητας (hard and soft data), η επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας ήταν σε έναν βαθμό αναμενόμενη. Όπως παρουσιάζεται στα Σχήματα 2Α και 2Β, ήδη από το δεύτερο τρίμηνο 2022 λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της μεγάλης αύξησης του πληθωρισμού, το οικονομικό κλίμα, η καταναλωτική εμπιστοσύνη και ο δείκτης PMI μεταποίησης κατέγραψαν χειροτέρευση. Επιπρόσθετα, οι ρυθμοί αύξησης της απασχόλησης και του λιανικού εμπορίου σημείωσαν επιβράδυνση (εν μέρει και λόγω της εξάλειψης των αποτελεσμάτων βάσης).
Κατανάλωση και εξαγωγές
Υπό το πρίσμα της προσέγγισης της δαπάνης, ήτοι της ζήτησης, η επιβράδυνση της οικονομίας το τρίτο τρίμηνο 2022 προήλθε από την ιδιωτική κατανάλωση, τη δημόσια κατανάλωση και τις εξαγωγές (βλέπε Πίνακα 2). Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες χρονολογικές σειρές της ΕΛΣΤΑΤ, η ιδιωτική κατανάλωση – η συνιστώσα με τη μεγαλύτερη συνεισφορά στο ΑΕΠ – από αύξηση 2,9% QoQ / 13,7% YoY το πρώτο τρίμηνο 2022 κατέβασε ταχύτητα στο -0,1% QoQ / 6,2% YoY το τρίτο τρίμηνο 2022. Το εν λόγω αποτέλεσμα δύναται να ερμηνευτεί από την αύξηση του πληθωρισμού που διαβρώνει το πραγματικό διαθέσιμο των νοικοκυριών (οι ίδιες νομισματικές μονάδες με έναν χρόνο πριν έχουν μικρότερη αγοραστική δύναμη) και από την επιβράδυνση της μεταπανδημικής διάθεσης προς κατανάλωση. Ο έντονα αρνητικός ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών συνιστά έναν επιπρόσθετο περιορισμό. Σε ό,τι αφορά τη δημόσια κατανάλωση, ο αρνητικός ρυθμός μεταβολής επιταχύνθηκε στο 2,9% YoY από 0,9% YoY το πρώτο τρίμηνο 2022. Αυτή η μείωση δύναται να συνδεθεί με την άρση πολλών εκ των μέτρων κατά της πανδημίας. Τέλος, στο πεδίο του εξωτερικού τομέα, οι εξαγωγές, μετά την υψηλή αύξηση κατά 18,8% YoY το δεύτερο τρίμηνο 2022, παρέμειναν σχεδόν στάσιμες σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο 2022, ενώ σε τριμηνιαία βάση μειώθηκαν κατά 3,3%. Την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 5,2%, δηλαδή με υψηλότερο ρυθμό σε σύγκριση με τις εξαγωγές, με αποτέλεσμα τη διεύρυνση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου.
Θετική επίδοση
Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών του τρίτου τρίμηνου 2022, θα πρέπει να σημειώσουμε τη θετική επίδοση των επενδύσεων παγίων. Παρά τη δυσμενή διεθνή συγκυρία, ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου διατηρήθηκε στα επίπεδα των δύο προηγούμενων τριμήνων (προσεγγιστικά €6,5 δισεκ.), ενώ σε ετήσια βάση ενισχύθηκε με ρυθμό της τάξης του 7,7% (10,2% στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022). Όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 2, από όλες τις συνιστώσες δαπάνης που συνθέτουν το ΑΕΠ, οι επενδύσεις παγίων παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη αύξηση σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα (33,9%). Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), η πιστωτική επέκταση εκ μέρους των εγχώριων Νομισματικών και Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων (ΝΧΙ) αλλά και η πολύ χαμηλή βάση των επενδύσεων παγίων των τελευταίων ετών, ερμηνεύουν σε έναν βαθμό το προαναφερθέν αποτέλεσμα. Όπως έχουμε αναφέρει και σε παλαιότερα τεύχη του δελτίου 7 Ημέρες Οικονομία, η αύξηση των επενδύσεων θα πρέπει να συνοδευτεί με αύξηση της αποταμίευσης έτσι ώστε μεσοπρόθεσμα το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου να διατηρηθεί σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
Πηγή: ΟΤ