Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιβάλει ιδιαίτερα αυστηρές απαγορεύσεις εξαγωγής στην Κίνα ημιαγωγών υψηλής τεχνολογίας, του εξοπλισμού που χρειάζεται για την κατασκευή τους και εξειδικευμένης γνώση σχέση με το αντικείμενο.
Σκοπός αυτής της απαγόρευσης εξαγωγών είναι να υπονομευτεί η πρόσβαση της κινεζικής αμυντικής βιομηχανίας στην υψηλή τεχνολογία που θα την καταστήσει ακόμη πιο απειλητική για τις ΗΠΑ.
Βεβαίως ταυτόχρονα με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να υπονομεύσουν την ικανότητα της Κίνας να κάνει αποφασιστικά βήματα σε μια σειρά από τεχνολογικούς τομείς, που δεν περιορίζονται στον αμυντικό. Από τα οχήματα χωρίς οδηγό μέχρι τους υπερηχητικούς πυραύλους, ένα πλήθος συστημάτων στηρίζονται σε ημιαγωγούς τελευταίας γενιάς.
Ουσιαστικά, οι ΗΠΑ επιδιώκουν οι Κίνα να μείνει για ένα πολύ μεγάλο διάστημα σε τεχνολογίες επιπέδου 2022, την ώρα που οι ίδιες θα κάνουν σημαντικά βήματα προόδου.
Τα προβλήματα για τις κινεζικές επιχειρήσεις
Όντως η κατάσταση αυτή δημιουργεί σοβαρά προβλήματα για αρκετές μεγάλες κινεζικές επιχειρήσεις, ιδίως αυτές που κατασκευάζουν τσιπ.
Για παράδειγμα, ως τμήμα των κυρώσεων η Ολλανδική εταιρεία ASML, που κατασκευάζει τις εξαιρετικά εξειδικευμένες μηχανές υπεριώδους λιθογραφίας που χρησιμοποιούνται για την εκτύπωση των πολύ λεπτών τσιπ, έχει ανακοινώσει ότι σταματά να εξυπηρετεί τους κινέζους πελάτες της.
Αντίστοιχα, υπάρχουν αυστηροί περιορισμοί σε όλους τους αμερικανούς πολίτες ή κατόχους αμερικανικής πράσινης κάρτας ή άδειας διαμονής στις ΗΠΑ για να εργαστούν σε κινεζικές εταιρείες, καθώς πλέον θα χρειάζονται την άδεια του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου για να εργάζονται σε κινεζικές εταιρείες. Αυτό, μάλιστα, περιλαμβάνει και αρκετούς κινέζους που εκπαιδεύτηκαν στις ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι αρκετές κινεζικές εταιρείες θα χάσουν κρίσιμο προσωπικό. Ήδη η Yangtze Memory Technologies Corp ζήτησε από εργαζομένους της που ήταν αμερικανοί υπήκοοι ή κάτοχοι αμερικανικής πράσινης κάρτας να αποχωρήσουν.
Τι θα γίνει με την αμυντική βιομηχανία;
Ωστόσο δεν είναι δεδομένο ότι όλα αυτά θα πλήξουν άμεσα την αμυντική βιομηχανία της Κίνας.
Ωστόσο, ο κύριος όγκος των κινεζικών αμυντικών συστημάτων στηρίζονται σε παλαιότερης τεχνολογίας συστήματα και άρα λειτουργούν και με παλαιότερης τεχνολογίας τσιπ. Κατά συνέπεια δεν θα πληγούν άμεσα από τις εξαγωγικές απαγορεύσεις που θέλουν να επιβάλουν οι ΗΠΑ. Η Κίνα για παράδειγμα διαθέτει πυραυλικά συστήματα που μπορούν να πλήξουν τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα σε μεγάλη απόσταση από το 2015. Τέτοια συστήματα δεν πρόκειται να επηρεαστούν από τις κυρώσεις.
Έπειτα υπάρχει το ερώτημα του τρόπου με τον οποίο πλήττουν οι κυρώσεις αυτές την κινεζική αμυντική βιομηχανία. Αρκετοί υποστηρίζουν ότι η βασική επίπτωση θα αφορά το κόστος και τους χρόνους και όχι τη δυνατότητα καθαυτή.
Για παράδειγμα έχει υποστηριχτεί ότι η Κίνα σε εργαστηριακό επίπεδο έχει τη δυνατότητα να παράγει τσιπ των 5nm, όμως δεν μπορεί να τα παράγει σε πολύ μεγάλες βιομηχανικές κλίμακες.
Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να τα παράγει π.χ. για τα πυραυλικά της συστήματα ακόμη καόμη και εάν δεν μπορεί να τα παράγει στην κλίμακα απαιτεί η μαζική παραγωγή των τελευταίας γενιάς Iphones.
Αλλά ακόμη και εάν οι αμυντικές απαιτήσεις της Κίνας σημαίνουν και μεγαλύτερες ποσότητες τσιπ τελευταίας τεχνολογίας, π.χ. εάν η Κίνα θέλει να διαμορφώσει μεγάλες αμυντικές εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, π.χ. σμήνη drones που να στηρίζουν σε δίκτυα 5G και καθοδήγηση από τεχνητή νοημοσύνη, τότε έχει τη δυνατότητα να φτιάξει τα τσιπ υψηλής τεχνολογίας που απαιτούνται αν και με πολύ μεγαλύτερο κόστος.
Επιπλέον, η Κίνα έχει ένα επιπλέον πλεονέκτημα που είναι μπορεί πιο εύκολα να κινητοποιήσει πόρους. Εύλογα μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι θα προσπαθήσει να μεταφέρει επιστημονικό δυναμικό σε αυτά τα καθήκοντα, να επιταχύνει τη σχετική παραγωγική ικανότητα και φυσικά να επιδοθεί σε εκτεταμένες μορφές βιομηχανικής κατασκοπίας για να μπορέσει να καλύψει το τεχνολογικό κενό. Ούτως ή άλλως, η διεκδίκηση τεχνολογικής αυτάρκειας αποτελεί εδώ και καιρό βασική προτεραιότητα της ηγεσίας του κινεζικού κομμουνιστικού κόμματος.
Το κόστος και για τις αμερικανικές εταιρείες
Την ίδια στιγμή οι αμερικανικές εξαγωγικές απαγορεύσεις υψηλής τεχνολογίας προς την Κίνα θα έχουν και επιπτώσεις σε αρκετές αμερικανικές εταιρείες, καθώς για ορισμένες από αυτές η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά τους.
Αρκεί να σκεφτούμε ότι προς την Κίνα κατευθύνεται το 27% των πωλήσεων της Intel, το 31% της LAM Research (μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες κατασκευής εξοπλισμού για την κατασκευή τσιπ) και το 33% της Applied Materials (που επίσης προσφέρει εξοπλισμό και λογισμικό για την κατασκευή ημιαγωγών).
Ήδη η Applied Materials και η Nvidia εκτιμούν ότι έχουν από 400 εκατομμύρια δολάρια αντιστοίχως μικρότερες πωλήσεις το επόμενο τρίμηνο. Η Lam Research εκτιμά ότι θα έχει το 2023 μια μείωση 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις πωλήσεις το 2023. Ορισμένοι έχουν υποστηρίξει ότι στο τέλος το όφελος θα είναι μικρότερο από τη ζημιά για τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, είτε μιλάμε για τα ζητήματα άμυνας, είτε για τον πειρασμό ενός νέου εμπορικού πολέμου φαίνεται ότι υπάρχουν αρκετές φωνές στην Ουάσιγκτον που αυτή τη στιγμή προκρίνουν την κλιμάκωση αυτής της αντιπαράθεσης με την Κίνα. Ακόμη και εάν στο τέλος αποτελέσει απλώς την κρίσιμη ώθηση προς τον κινεζικό τεχνολογικό τομέα ώστε να κάνει τα βήματα για να καλύψει την απόσταση στηριγμένος στις δικές του δυνάμεις.
Σε αυτό το φόντο, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι η Κίνα αποφάσισε να προσφύγει στον ΠΟΕ κατά των αμερικανικών απαγορεύσεων, ουσιαστικά κατηγορώντας τις ΗΠΑ ότι δεν πρόκειται για μέτρα «εθνικής ασφάλειας» αλλά για παραβίαση των κανόνων του ελεύθερου εμπορίου.